
Γιάννης Ασημομύτης: Ο τσαμπουνιέρης της Μυκόνου που κρατά ζωντανή τη μουσική παράδοση του νησιού
Το λαϊκό μουσικό όργανο, που ταυτίστηκε με τα πανηγύρια του Αιγαίου, ηχεί ακόμη στο νησί των Ανέμων. Ο Γιάννης Ασημομύτης, ένας από τους πιο νέους τσαμπουνιέρηδες του νησιού, που μέχρι και σήμερα παλεύει να διατηρήσει τη μουσική παράδοση του τόπου του, μιλά στο Mykonos Post για τη ζωή του, το πάθος του με τη μουσική, αλλά και την αγάπη του για την τσαμπούνα.
-
22.12.2021 Άννυ Τζαβέλλα
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν πως η τσαμπούνα δεν ηχεί πια στη Μύκονο. Άλλωστε, είναι γνωστό πως το συγκεκριμένο μουσικό όργανο παιζόταν κυρίως από τους παλαιούς κατοίκους του νησιού, ενώ σε σχέση με το παρελθόν δεν το συναντάς τόσο εύκολα. Ωστόσο, ο Γιάννης Ασημομύτης έρχεται να αποδείξει έμπρακτα πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Ο Γιάννης ξεκίνησε να ασχολείται με την τσαμπούνα σε ηλικία δεκαοκτώ ετών και από τότε δεν την έχει αποχωριστεί. Με συμμετοχές σε αμέτρητα πανηγύρια και γλέντια τόσο στη Μύκονο όσο και στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, βάζει το δικό του λιθαράκι, προκειμένου να διατηρηθεί η παράδοση και παράλληλα η τσαμπούνα να κερδίσει τη θέση που της αρμόζει στο σήμερα.
Γεννήθηκες και μεγάλωσες στη Μύκονο;
Είμαι αυτό που λέμε γέννημα θρέμμα Μυκονιάτης. Έζησα και μεγάλωσα στο νησί. Η ζωή εδώ είναι ωραία, πιστεύω ότι μεγαλώνεις διαφορετικά. Εμένα, να σου πω την αλήθεια, από μικρό με έλεγαν «παιδί θαύμα», γιατί από επτά μηνών αντιμετωπίζω κάποια προβλήματα υγείας. Ήμουν στη Μύκονο αλλά πηγαινοερχόμουν αρκετά στην Αθήνα για εξετάσεις. Η αλήθεια είναι πως όλο αυτό με επηρέασε αρκετά μεγαλώνοντας, καθώς δεν μπορούσα να παίξω με τα υπόλοιπα παιδιά μπάλα ή να αθληθώ όπως ήθελα. Δεν το άφησα όμως να με ρίξει. Από οκτώ χρονών έκανα παραδοσιακούς χορούς. Χορεύω περισσότερο από είκοσι χρόνια και είναι ένα κομμάτι που αγαπώ πολύ. Από παιδί είχα μεγάλη αγάπη για την παράδοση του τόπου μου.

“Δεν ήθελα κάποιον από πάνω μου να μου λέει τι να κάνω, νευρίαζα. Ήθελα να παίζω με την καρδιά μου και όπως έβγαινε”
Τι είναι αυτό που θυμάσαι πιο έντονα από τη Μύκονο των παιδικών σου χρόνων;
Αρχικά θέλω να τονίσω πως η Μύκονος είναι ένας πανέμορφος τόπος. Ακόμη και τον χειμώνα είναι όμορφη. Όταν ήμουν μικρός τα πράγματα στο νησί ήταν εντελώς διαφορετικά. Δεν υπήρχε -τόσο έντονα τουλάχιστον- ο τουρισμός. Τώρα το νησί έχει αναπτυχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Κάθε χρόνο υποδεχόμαστε αμέτρητους τουρίστες και γενικά όλα έχουν πάρει μια συγκεκριμένη στροφή. Παλιά ήταν ένας πολύ πιο ήσυχος τόπος. Μου άρεσε αυτό.
Η τσαμπούνα πώς μπήκε στη ζωή σου;
Πριν από πολλά χρόνια, όταν ήμουν στο νοσοκομείο και έκανα θεραπεία για ενάμιση μήνα, με ρώτησε ο παππούς μου τι θέλω να μου πάρει για δώρο. Εγώ ήθελα την τσαμπούνα του θείου μου, του Γερασιμά, ενός παλιού οργανοπαίχτη, ο οποίος την είχε κρεμασμένη στο σπίτι του. Θυμάμαι σαν σήμερα την τσαμπούνα μαζί με το τουμπάκι να κρέμονται στον τοίχο. Ήμουν βέβαιος πως αυτά ήθελα για δώρο. Μόλις πέρασα αυτήν την περιπέτεια με την υγεία μου, ο παππούς αποφάσισε να μου τα δώσει. Τότε, θέλησα να μάθω να παίζω τσαμπούνα.

“Από το 2008 έχω παίξει σε αρκετές εκδηλώσεις. Μπορεί να έχω συμμετάσχει και σε περισσότερα από 300 πανηγύρια στη Μύκονο”
Σε έμαθε κάποιος να παίζεις ή είσαι αυτοδίδακτος;
Είχα αρκετή βοήθεια, αλλά ομολογώ πως έμαθα να παίζω κυρίως μόνος μου. Μάλιστα, ξεκίνησα να μαθαίνω όταν ήμουν δεκαοκτώ χρονών, σχετικά μεγάλος. Έβλεπα τους παλιούς και τους αντέγραφα. Θα σου πω πότε και πώς ακριβώς ξεκίνησα. Το 2008 μαζί με την ΚΔΕΠΠΑΜ, στην οποία χόρευα παραδοσιακούς χορούς, πήγαμε στην Ικαρία για να χορέψουμε σε μια εκδήλωση που λεγόταν «Μονοπάτια Πολιτισμού». Στο καράβι για την Ικαρία, γνώρισα τον Μιχάλη Κουνάνη, έναν μεγάλο οργανοπαίχτη της Μυκόνου. Του λέω λοιπόν πως έχω στο σπίτι μου μια τσαμπούνα να «κάθεται» και πως θα ήθελα πολύ να μάθω να παίζω. Τότε εκείνος μου είπε να πάω στο σπίτι του στην Άνω Μερά για να με μάθει. Μόλις λοιπόν επιτρέψαμε από την Ικαρία, τον επισκέφτηκα στο σπίτι του, μαζί με τον πατέρα μου. Ο κύριος Κουνάνης μου είπε πως η τσαμπούνα μου ήθελε φτιάξιμο και ο πατέρας μου αμέσως πλήρωσε για να μου τη φτιάξει. Πιστεύω ότι μετά από αυτό κατάφερα και τον έβγαλα ασπροπρόσωπο.
Και στη συνέχεια εξελίχθηκες σε έναν επιτυχημένο τσαμπουνιέρη. Ήταν δύσκολο πρακτικά να μάθεις να παίζεις τσαμπούνα;
Ξεκίνησα σιγά σιγά. Στην αρχή, δεν ήξερα καν αν επιτρέπεται να παίξω, λόγω των προβλημάτων υγείας που είχα. Ωστόσο, καλέσαμε τον γιατρό μου στην Αθήνα και μας ενημέρωσε πως μπορώ. Τόνισε κιόλας ότι θα μου κάνει καλό. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, στην αρχή έπαιζα χάλια. Αν άκουγα τον κύριο Μιχάλη, θα είχα σταματήσει να παίζω. Μου έλεγε ότι δεν ήμουν πολύ καλός. Στη συνέχεια όμως γνώρισα και άλλους μεγαλύτερους ανθρώπους, όπως τον Παναγιώτη Κουκά και τον Λευτέρη Σικινιώτη, οι οποίοι μου έλεγαν το αντίθετο. Κάπως έτσι, ξεκίνησα να παίζω σε πιο πολλά πανηγύρια και γλέντια. Το μόνο σίγουρο, είναι πως δεν μπορούσα να μάθω τις νότες. Δεν ήθελα κάποιον από πάνω μου να μου λέει τι να κάνω, νευρίαζα. Ήθελα να παίζω με την καρδιά μου και όπως έβγαινε. Πλέον, πιστεύω ότι για αυτόν ακριβώς το λόγο, η τσαμπούνα μου ταίριαξε.

“Γενικά, δεν είναι συνηθισμένο στη Μύκονο να παίζουν μικροί οργανοπαίχτες τσαμπούνα και ομολογώ πως αυτό είναι και το δικό μου μεγάλο παράπονο”
Φαντάζομαι θα έχεις εμφανιστεί σε πολλά πανηγύρια και γλέντια του νησιού.
Από το 2008 έχω παίξει σε αρκετές εκδηλώσεις. Μπορεί να έχω συμμετάσχει και σε περισσότερα από 300 πανηγύρια στη Μύκονο. Επίσης, έχω παίξει σε πολλά κυκλαδίτικα νησιά, διότι σιγά σιγά άρχισε να με μαθαίνει ο κόσμος. Ανέκαθεν μου άρεσε να πραγματοποιώ εμφανίσεις, το έβλεπα σαν δουλειά. Ήθελε, όμως, αρκετό κόπο και προσπάθεια. Νιώθω λες και έβγαλα ένα μικρό, άτυπο πανεπιστήμιο.
Υπάρχει κάποια εμφάνισή σου που ξεχωρίζεις;
Το πιο τιμητικό για εμένα ήταν που εκπροσώπησα τη Μύκονο το 2011 και το 2012 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Την πρώτη χρονιά, είχα παίξει παραδοσιακή Μυκονιάτικη μουσική στο Στρασβούργο και τη δεύτερη στις Βρυξέλλες. Ένας βουλευτής είχε καλέσει περίπου τριάντα άτομα από όλο το Αιγαίο και εγώ ήμουν ένας από αυτούς. Ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία. Ακόμη, κάποτε, υπήρχε στη Μύκονο μια εθελοντική ομάδα, που δημιουργήθηκε από τον φίλο μου, Τάσο Συριανό, η «Νεανική Δράση Μυκονιατών», στα πλαίσια της οποίας πραγματοποιήθηκε και το «Mykonos Music Movement». Θυμάμαι, πως σε αυτό το μικρό φεστιβάλ, είχαμε μαζέψει πολλούς μουσικούς, οι οποίοι έκαναν εμφανίσεις στο θεατράκι της Λάκκας. Ήταν πολύ συγκινητικό, γιατί μπορεί να ξεκινούσα εγώ με την τσαμπούνα, ύστερα να συνέχιζε κάποιος με ροκ ρυθμούς και στη συνέχεια να έπαιζε hip hop μουσική. Ακούγαμε πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής. Μάλιστα, είχαμε φέρει και ένα παιδί 12 ετών, ο οποίος έπαιξε τσαμπούνα. Αυτό ήταν το επίτευγμά μου και μία στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Δεν με ένοιαζε να παίξω, με ένοιαζε να βλέπω τους νέους να παίζουν.

Υπάρχει ενδιαφέρον στις μικρότερες ηλικίες για την τσαμπούνα;
Γενικά, δεν είναι συνηθισμένο στη Μύκονο να παίζουν μικροί οργανοπαίχτες τσαμπούνα και ομολογώ πως αυτό είναι και το δικό μου μεγάλο παράπονο. Όμως, φταίμε και εμείς οι μεγαλύτεροι, διότι οφείλουμε να τους δώσουμε μια ώθηση και να τους ενθαρρύνουμε. Από την άλλη, θεωρώ πως η τσαμπούνα δεν μαθαίνεται. Έχω ορισμένα παιδιά που έχω βγάλει από τα χέρια μου, αλλά τους έμαθα να παίζουν με τα δάχτυλα. Δεν ξέρω να διαβάζω νότες. Πιστεύω ότι έτσι είναι πιο εύκολο να μάθεις. Πολλοί με κορόιδευαν για τον τρόπο που τους μάθαινα, αλλά αυτό είχε αποτέλεσμα. Εμένα ανέκαθεν ο στόχος μου ήταν να προσφέρω. Να προσφέρω όπου μπορώ και με όποιον τρόπο μπορώ. Θέλω να αφήσω κάτι πίσω μου, να συνεχιστεί η παράδοσή μας.
Όση ώρα μιλάμε, φαίνεται ξεκάθαρα πως αγαπάς πολύ και στηρίζεις την παράδοση.
Όπως τα λες. Χορεύω από οκτώ χρονών παραδοσιακούς χορούς και από δεκαοκτώ ετών παίζω τσαμπούνα. Οπότε, καταλαβαίνεις. Για μένα είναι και σημαντικό που είχα την ευκαιρία να γυρίσω τα νησιά, να γνωρίσω ανθρώπους, που έχουν το ίδιο πάθος με εμένα και να «ταξιδέψω» τη μουσική παράδοση της Μυκόνου σε άλλους προορισμούς.

“Για μένα είναι και σημαντικό που είχα την ευκαιρία να γυρίσω τα νησιά, να γνωρίσω ανθρώπους, που έχουν το ίδιο πάθος με εμένα και να «ταξιδέψω» τη μουσική παράδοση της Μυκόνου σε άλλους προορισμούς”
Έχεις δημιουργήσει δικά σου κομμάτια;
Φυσικά. Έχω ανεβάσει και στο Youtube μερικά από αυτά. Από το 2019 που ερωτεύτηκα και άλλαξα την εμφάνισή μου, ξεκίνησα να ανεβάζω τραγούδια με διάφορους μουσικούς από όλη την Ελλάδα. Το πρώτο τραγούδι που έβγαλα αφορούσε τους οργανοπαίχτες της Μυκόνου που δεν είναι πια στη ζωή. Ως φόρο τιμής, θέλησα να δημιουργήσω ένα τραγούδι, το οποίο θα τους κρατά για πάντα «ζωντανούς» στη μνήμη μας. Με κάθε ευκαιρία, επιθυμώ να μνημονεύω τους παλιούς. Πολλοί με είπαν μακάβριο, αλλά δεν με ένοιαζε. Μετά από αυτό το κομμάτι, ξεκίνησα να γράφω για έρωτες και κοπέλες. Μέχρι στιγμής, έχω γράψει επτά τραγούδια.
Μάθαμε πως με την αδερφή σου, τη Μαρία, είχατε ένα μικρό συγκρότημα. Αληθεύει;
Πράγματι, με την αδερφή μου, η οποία παίζει διάφορα μουσικά όργανα, όπως κιθάρα και μπουζούκι, είχαμε δημιουργήσει ένα συγκρότημα. Ονομάσαμε το μικρό μας συγκρότημα «Τα Ρηγόπουλα», διότι το παρατσούκλι μου στο νησί είναι Ρήγας. Στην ουσία, έπαιζα τσαμπούνα και η αδερφή μου τουμπάκι. Από το 2010, πραγματοποιούσαμε εμφανίσεις, με πολύ μεγάλη επιτυχία. Άλλωστε, μια γυναίκα που παίζει τουμπάκι, είναι από μόνο του ιδιαίτερα ενδιαφέρον και ελκυστικό. Γενικά σαν αδέρφια μπορεί να τσακωνόμαστε, αλλά στη μουσική πάντα τα βρίσκουμε!

Θεωρείς πως η τσαμπούνα έχει θέση στη Μύκονο του σήμερα; Στη Μύκονο του τουρισμού, της χλιδής και των πάρτι;
Η τσαμπούνα είχε, έχει και θα εξακολουθεί να έχει για πάντα θέση στη Μύκονο. Με αυτόν τον τρόπο τιμάμε τα ιδανικά και τις αξίες των παλαιών. Είναι πολύ σημαντικό να διατηρήσουμε ζωντανό το κομμάτι της παράδοσης. Ακόμα κι αν έχουμε στραφεί ως νησί κυρίως στον τομέα του τουρισμού, δεν πρέπει να ξεχνάμε όσα μας έκαναν αυτό που είμαστε σήμερα. Άλλωστε, η τσαμπούνα είναι από τα αρχαιότερα όργανα. Οφείλουμε λοιπόν να τη διατηρήσουμε.