Η Μύκονος των ‘90s της Έλενας Ακύλα: «Κρύψου σε Κοινή θέα»
Η εικαστικός Έλενα Ακύλα, γράφει για τη δική της Μύκονο: Τη Μύκονο της δεκαετίας του 1990. Αν το νησί της Μυκόνου ήταν μια έκθεση ζωγραφικής, ο τίτλος που θα έβαζε η Έλενα είναι «Κρύψου σε Κοινή Θέα». Το γιατί, το εξηγεί στο κείμενο που ακολουθεί. Ένα κείμενο γεμάτο από εικόνες και αναμνήσεις.
Υπήρχε ένας μύθος γύρω από τη Μύκονο. Αυτός της ελευθερίας. Την πρώτη φορά που πήγα τον επαλήθευσα. Γι’ αυτό και συνέχισα να την επισκέπτομαι συστηματικά όλη τη δεκαετία του ’90. Τη Μύκονο την πρωτοσυνάντησα τον Αύγουστο του ’92. Ήταν λουσμένη στο φως. Τα σπίτια, οι εκκλησίες, τα σοκάκια, οι χτιστές πεζούλες, οι πετρόσκαλες, όλα βαμμένα με λευκό φως, δημιουργούσαν έναν συνολικό χώρο μιας εσωτερικής ζωής. Περπατώντας στα σοκάκια αμέσως μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως βρισκόμουν σε μια μεγάλη αυλή έτοιμη να με δεχτεί φιλόξενα. Αυτή η αίσθηση παραμένει ως σήμερα.
“Περπατώντας στα σοκάκια αμέσως μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως βρισκόμουν σε μια μεγάλη αυλή έτοιμη να με δεχτεί φιλόξενα. Αυτή η αίσθηση παραμένει ως σήμερα”.
Εκείνο τον Αύγουστο η Μύκονος ήταν πολύ διαφορετική από ότι είναι τώρα. Ήταν η εποχή που δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα και τα ραντεβού δίνονταν στο Άρωμα και στο Pierro’s στα Ματογιάννια ή στο Caprice στη Μικρή Βενετία.
Πέντε φίλοι ήμασταν όλοι και όλοι, μέναμε σε ένα φτηνό σπίτι στα Ματογιάννια απέναντι από το Άρωμα, κοιμόμασταν ξημερώματα και ξυπνούσαμε απομεσήμερο. Κολυμπούσαμε στην Ψαρού, στον Πλατύ Γιαλό, στη Φτελιά, στην Κάπαρη, στο Αγράρι, στην Παράγκα, στο Super Paradise και τα βράδια γινόμασταν ένα με το πλήθος στα στενά της Χώρας και χορεύαμε, καθώς ήταν όλη ένα μεγάλο υπαίθριο πάρτι. Όσους γνωρίζαμε τα μεσημέρια στη θάλασσα, τους συναντούσαμε το βράδυ στο Caprice, στο Yacht Club στο λιμάνι ή στο Mad και τις πρώτες πρωινές ώρες στο Cavo Paradiso.
“Πέντε φίλοι ήμασταν όλοι και όλοι, μέναμε σε ένα φτηνό σπίτι στα Ματογιάννια απέναντι από το Άρωμα, κοιμόμασταν ξημερώματα και ξυπνούσαμε απομεσήμερο”.
Μέση: Η Φτελιά τα ξημερώματα τον Αύγουστο του 1997
Δεξιά: Η παραλία στο Αγράρι, 1997
©φωτογραφίες: αρχείο Ε. Ακύλα
Αυτό το τελετουργικό επαναλαμβανόταν τα χρόνια που ακολούθησαν. Αυτή η μορφή ανωνυμίας, ξένοιαστοι ανάμεσα σε ξένους, άρα περισσότερο ελεύθεροι από τις κοινωνικές μας συμβάσεις. Τίποτα δεν έκανε εντύπωση στη Μύκονο. Όλα ήταν αποδεκτά. Μέσα σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο πλήθος παραμέναμε ανώνυμοι. Ίσως αυτή να ήταν μια άλλη μορφή σύμβασης, αυτή που ψάχναμε όσοι βρεθήκαμε εκεί, η κοινή μας συνθήκη. Αντίθετα ίσως από ότι όλοι πιστεύουν, η Μύκονος ήταν ένα μέρος για να κρυφτείς, εφόσον μπορούσες ανενόχλητος να κάνεις ότι θελήσεις και να μην σε δει κανείς. Καθώς ήταν λοιπόν δυνατόν να κρυφτείς σε κοινή θέα, ανοιγόταν, ξαφνικά και απροειδοποίητα, η δυνατότητα μιας μεγάλης ελευθερίας, μια προοπτική ανακουφιστική.
“Αντίθετα ίσως από ότι όλοι πιστεύουν, η Μύκονος ήταν ένα μέρος για να κρυφτείς, εφόσον μπορούσες ανενόχλητος να κάνεις ότι θελήσεις και να μην σε δει κανείς”.
Οι εμπειρίες συνήθως είναι προσωπικές. Οι ερμηνείες και οι αφηγήσεις ως ένα βαθμό υποκειμενικές. Γιαυτό και οι φωτογραφίες (αναλογικές με πολύ κόκκο και μπόλικη σκόνη), που παρατίθενται εδώ, ενός στοιχειώδους προσωπικού αρχείου ξεχασμένο από την εποχή που τις φωτογραφίες ακόμα τις εκτυπώναμε, μεταφέρουν τη δική τους αφήγηση και προσφέρουν μια ακόμα ανάγνωση, αποτελώντας τον καλύτερο επίλογο αυτού του κειμένου, μεταφέροντάς μας ως άλλη χρονοκάψουλα στη Μύκονο της δεκαετίας του ’90.
Δεξιά: Στο λιμάνι (αριστερά στο βάθος φαίνεται το Remezzo) 1997
/φωτογραφίες: αρχείο Ε. Ακύλα