
Μαρίνα Πετρή: «Έχω ζήσει και δουλέψει τόσο έντονα που είναι σαν έχω ζήσει 100 ζωές»
Αυτή τη στιγμή «τρέχει» δυο καλλιτεχνικές εκθέσεις στη Μύκονο. Νιώθει χορτασμένη από τη ζωή της και δηλώνει πως έχει ζήσει τα πάντα. Από παιδί ήξερε τι θέλει να κάνει και πιστεύει πως ο καλλιτέχνης οφείλει να αποτυπώνει την προσωπική του αλήθεια στα έργα του. Η ζωγράφος, Μαρίνα Πετρή, ανοίγει τα χαρτιά της στο Mykonos Post.
-
10.10.2021 Γεωργία Περιμένη
Η Μαρίνα Πετρή θυμάται τον εαυτό της από παιδί να ζωγραφίζει όπου σταθεί και όπου βρεθεί, με έμπνευσή της μεταξύ άλλων τα έντονα χρώματα της Μυκόνου, τη θάλασσα, το πρώτο φως της ημέρας και τα χρώματα που αλλάζει ο ουρανός. Αυτό τον καιρό, έχει επιστρέψει στη Μύκονο για δυο μοναδικές καλλιτεχνικές εκθέσεις με δικά της έργα αλλά και άλλων καλλιτεχνών και μας δίνει μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης για το έργο, τις αναμνήσεις, αλλά και τη δυνατή σχέση που έχει με το νησί.
Αυτή τη στιγμή στη Μύκονο τρέχουν δυο εκθέσεις σας. Τι πρόκειται να δουν στις συγκεκριμένες εκθέσεις όσοι τις επισκεφτούν;
Ακριβώς, η μια είναι αποκλειστικά δική μου και η άλλη είναι μια ομαδική που οργανώνουμε με τον Πολιτιστικό Παραδοσιακό Χορευτικό Σύλλογο «Οι Ανεμόμυλοι» και έχει τίτλο «Made in Greece ‘21». Η τελευταία στηρίζεται από Έλληνες Μυκονιάτες καλλιτέχνες κυρίως, καθώς αυτό το θέμα πρέπει να έχει, όπως καταλαβαίνετε μια ιστορική μνήμη από το παρελθόν. Έχει να κάνει με το τοπικό, αλλά και το πανελλήνιο στοιχείο από την Επανάσταση του 1821. Εκεί υπάρχουν φοβερά έργα, πρωτοποριακά και όχι μόνο πίνακες. Από μόδα και κόσμημα, φωτογραφικά έργα, ρεαλιστικά, μέχρι αφαιρετικά. Στην έκθεση συμμετέχουν περίπου 21 εικαστικοί, οι οποίοι καλύπτουν τέχνες όπως η φωτογραφία, η γλυπτική, η ζωγραφική, η κατασκευή, το κόσμημα και το ψηφιδωτό. Στόχος της έκθεσης είναι να δώσει στον κόσμο να καταλάβει το πώς εμπνέονται οι καλλιτέχνες της Μυκόνου από την επανάσταση. Για πρώτη φορά επίσης, στην έκθεση αυτή έχουν αποτυπωθεί σε έργα δυο από τους μεγαλύτερους ήρωες της Επανάστασης του ‘21 από τη Μύκονο, ο Ιγνάτιος Μπάσουλας και ο Αντώνιος Ψαρός, τους οποίους ο κόσμος δεν γνωρίζει και είναι σημαντικό να το αναφέρουμε και αυτό.
Από την άλλη, η έκθεση «Ο Καραγκιόζης ο Νεοέλληνας» που είναι προσωπική, δική μου, ξεκίνησε από την Αθήνα και έχει φτάσει μέχρι και το μουσείο Βαν Γκόνγκ. Ήταν μια δουλειά 10 χρόνων, αλλά και πολλών ακόμη χρόνων μελέτης πάνω στο θέμα του Καραγκιόζη. Ξέρετε, προσωπικά μελετώ συνεχώς πράγματα για την ελληνική κουλτούρα και τη λαογραφία. Μάλιστα, όταν ήμουν φοιτήτρια, μελετούσα πολύ για το ελληνικό λαϊκό παραμύθι και για τον Καραγκιόζη, έχοντας κατά νου ότι κάποια στιγμή θα ήθελα να κάνω μια μεταφορά του στη σύγχρονη τέχνη. Έτσι, γύρω στο 1999, ξεκίνησα το πρώτο του έργο και σε μια εργασία 10 χρόνων, ολοκληρώθηκε μια σειρά 150 έργων. Ο Καραγκιόζης σε αυτή τη σειρά βρίσκεται σε πολλά διαφορετικά σχήματα, υλικά και θεματικές. Η πρώτη λοιπόν έκθεση με αυτό το θέμα, έγινε στην Αθήνα το 2009. Από εκεί μεταφέρθηκε στη Ρόδο, στο Αιγάλεω και στην Πινακοθήκη στον Πειραιά. Έχουν εκτεθεί επίσης έργα μου από αυτή τη σειρά στο Λονδίνο, καθώς το μουσείο Βαν Γκόνγκ μου ζήτησε ένα από τα έργα, να μπει σε ένα video wall στην είσοδο του μουσείου.

Μέχρι πότε θα διαρκέσουν οι συγκεκριμένες εκθέσεις;
Η έκθεση με τον Καραγκιόζη συνεχίζεται μέχρι τα μέσα Οκτώβρη και η «Made in Greece ‘21» θα ολοκληρωθεί στις 10 του μήνα.
Αυτό το διάστημα κατοικείτε στη Μύκονο;
Ζω στη Μύκονο περιστασιακά, έχω ζήσει στο Λονδίνο, στο Βερολίνο, στον Πειραιά και στην Αθήνα. Αυτό το διάστημα ζω μεταξύ Πειραιά και Μυκόνου.
Έχετε κάποια συγκεκριμένη θεματολογία γύρω από την οποία κινείστε όσον αφορά τα έργα σας;
Κάθε περίοδο κάνω μια συγκεκριμένη θεματική την οποία αναλύω ψυχικά και σωματικά, ενώ στη συνέχεια την ολοκληρώνω και την εκθέτω. Αυτό το οποίο με χαρακτηρίζει είναι το ύφος, η ποικιλία των θεματικών με τις οποίες ασχολούμαι. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή, έχω καταπιαστεί με το θέμα της Σταύρωσης του Ιησού. Πιστεύω ότι ένας καλλιτέχνης θα πρέπει να έχει έναν φιλοσοφικό παρονομαστή στα έργα του, αλλιώς κινδυνεύουν να γίνουν απλώς διακοσμητικά. Αν δεν έχεις να πεις κάτι, καλύτερα να γίνεις τεχνίτης και όχι καλλιτέχνης. ‘Όπως μου έλεγε και ο καθηγητής μου, ο κ. Μώραλης: στην τέχνη υπάρχουν τρία είδη ανθρώπων. Οι πρώτοι είναι οι εργάτες, που φτιάχνουν πράγματα, όπως για παράδειγμα μια ταμπέλα. Οι δεύτεροι είναι οι τεχνίτες, οι οποίοι έχουν πιάσει το στυλ της εποχής και γίνονται εύκολα αγαπητοί και σεβαστοί στο κοινό και οι τρίτοι, εκείνοι που κάνουν και τη διαφορά. Είναι οι καλλιτέχνες. Έχουμε παραδείγματα, όπως αυτό του Πικάσο, που τα έργα του δεν μπορούν να καταταχθούν σε κάποια κατηγορία. Δυσκολεύουν ακόμη και αυτούς που γνωρίζουν και ασχολούνται με την ιστορία της τέχνης. Αυτή όμως είναι και η διαφορά του καλλιτέχνη σε σχέση με τον τεχνίτη και η αξία του.

Αρκετά έργα σας, σχετίζονται με ιστορίες του παρελθόντος. Είναι κάτι το οποίο σας γοητεύει;
Για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ πως παρόν και παρελθόν είναι αλληλένδετα. Δεν υπάρχει καινούργιο ή παλιό, αλλά συνέχιση. Όταν δημιουργώ δεν το κάνω με κάποιο παλιό μέσο, αλλά με ένα καινούργιο. Επίσης, καθημερινά στη ζωή μας, δεν λέμε καινούργια πράγματα, αλλά αρχέτυπα, τα οποία μεταφέρουμε σε μια καινούργια τεχνική. Ζούμε μέσα στην εποχή μας και αντικατοπτρίζουμε αυτό. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα. Σε μια ταινία που αφορά τη Μαντώ Μαυρογένους, ακόμη και η κόμμωση της ηθοποιού, θα γίνει με σύγχρονα μέσα και με τη σημερινή τεχνική, ώστε να δημιουργηθεί ένα αποτέλεσμα που θα θυμίζει το παρελθόν.
Πότε και πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με την τέχνη;
Από παιδάκι έλεγα το εξής: Ό,τι και να κάνω στη ζωή μου, θα έχω πάντα ένα δωμάτιο που θα ζωγραφίζω. Καταρχάς, να εξηγήσω ότι ερχόμουν εδώ πάντα τα καλοκαίρια και με το που τελείωνα το σχολείο, έφτιαχνα τη βαλίτσα μου και έλεγα στους γονείς μου «Βάλτε με μέσα στο πλοίο, φεύγω». Ερχόμουν από μικρή στη Μύκονο και έχω γευθεί τόσο τη θάλασσα, όσο και την ξηρά. Ο παππούς μου είχε χωράφια και πηγαίναμε και μαζεύαμε τις ελιές, τα σύκα, φτιάχναμε κρασί, είχαμε κότες, κουνέλια και οτιδήποτε μπορεί να έχει ένας μικρός παράδεισος. Είχα ουσιαστικά έναν κήπο για να φτιάχνω τα όνειρά μου. Με τον άλλο μου παππού, από την άλλη, έμπαινα στη βάρκα, μου έδειχνε τη θάλασσα και τα αστέρια. Έτσι, βίωσα όλες τις γεύσεις και τις αισθήσεις της Μυκόνου. Επίσης, είχα μια τρίτη «γιαγιά», η οποία ήταν ξαδέρφη της γιαγιάς μου. Ήταν η θεία Κατίνα, η οποία με μύησε σε πολλά πράγματα του τόπου, ήθη και έθιμα. Από τότε μάλιστα, ρωτούσα τους ανθρώπους και ενδιαφερόμουν να μάθω. Όλα αυτά τα βιώματα αποτυπώνονται πια στη δουλειά και τα έργα μου.
Εν τω μεταξύ, όταν ήμουν 14 χρονών, συνέβη κάτι απίστευτο στη Μύκονο. Ήμουν στη θάλασσα και έφτιαχνα ένα μικρό άγαλμα. Όταν κάποια στιγμή, αισθάνθηκα ότι καθόταν κάποιος άνθρωπος μπροστά μου και σήκωσα τα μάτια, είδα έναν κύριο, ο οποίος με ρώτησε αν είμαι καλλιτέχνης. Εγώ του απάντησα ότι είμαι ζωγράφος. Αυτός λοιπόν ήταν ο κ. Μαυροείδης, ο τότε Πρύτανης της Σχολής Καλών Τεχνών. Μετέπειτα εγώ σπούδασα στην Σχολή Καλών Τεχνών.

Έχετε να μας διηγηθείτε κάποια συγκινητική ιστορία από όλα τα χρόνια που ασχολείστε με τη ζωγραφική;
Κάποια μέρα, ήμουν 16 χρονών, ζωγράφιζα με μολύβι το στενό ανάμεσα στα σπίτια των δυο παππούδων μου στη Μύκονο. Πέρασε λοιπόν η βιβλιοθηκάριος και με ρώτησε «Τι κάνεις εδώ;» «Ζωγραφίζω» της απάντησα. «Ήξερα ότι γράφεις ποιήματα, όχι ότι ζωγραφίζεις», μου είπε ξανά. «Θέλεις να κάνεις μια έκθεση ζωγραφικής;». «Βεβαίως», της αποκρίθηκα. Έστειλα ένα γράμμα λοιπόν, κρυφά από τους γονείς μου, στο Δήμο Μυκόνου. Πήρα θετική απάντηση και συγκεκριμένα μου έγραψαν πως θα κάνω έκθεση στη βιβλιοθήκη του νησιού. Ήρθα λοιπόν 17 χρονών, βρήκα μια άδεια, βρώμικη αίθουσα την οποία σκούπισα και καθάρισα. Έτσι, με δυο λάμπες κυριολεκτικά, έκανα την πρώτη έκθεση της ζωής μου. Από τότε αυτός ο χώρος, ο οποίος κανονικά ήταν μια χορηγία για να υπάρχει ένα Κέντρο Υγείας στη Μύκονο, άρχισε να λειτουργεί (ένα μέρος του), ως εκθεσιακός χώρος. Και με πάρα πολλές ενέργειες που έκανα, λειτουργεί σήμερα ως Δημοτική Πινακοθήκη Μυκόνου. Κάθε φορά λοιπόν που έρχομαι εδώ συγκινούμαι γιατί είναι ο χώρος που έκανα την πρώτη μου έκθεση, τότε ως παιδί. Κάθε φορά που βρίσκομαι εδώ είναι σαν να ξεκινάω πάλι από την αρχή.

Η Μύκονος και τα τοπία της έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για κάποιο από τα έργα σας;
Στην πραγματικότητα, δεν μας εμπνέει ένα πράγμα, αλλά η αίσθηση αυτού. Αυτό το φως που έβλεπα όταν ξυπνούσα παιδί χαράματα για να πάμε στα χωράφια και παρατηρούσα να «σπάει» το βαθύ μαύρο της νύχτας, να ροδίζει και στη συνέχεια να γίνεται γαλάζιο, το να βλέπω τις σκιές να αλλάζουν, τις καθαρές φόρμες του νησιού, όταν έπεφτε ο ήλιος στα αντικείμενα, τα φυτά και τη φύση γύρω, ήταν κάτι μαγικό και μου έχει αποτυπωθεί στο μυαλό. Ακόμη και οι εκκλησίες της Μυκόνου με τα λαϊκά χρώματα, έχουν επιδράσει πάρα πολύ στη ζωή και την τέχνη μου. Στη δεκαετία του ‘80 μάλιστα, έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο που λεγόταν «Τα σκηνικά του Καραγκιόζη». Όταν είδα τον κυβισμό της λαϊκής ζωγραφικής, τότε κατάλαβα πόσο κυβίστρια ήμουν. Όλα αυτά είναι ένα συνονθύλευμα πραγμάτων, τα οποία βγαίνουν μέσα από μια αλήθεια, τη δική μας αλήθεια. Γιατί το να μιμηθώ κάτι σε ένα έργο μου, δεν είναι κάτι που μου ταιριάζει. Η αλήθεια, βγαίνει μέσα από τον εαυτό μας. Σίγουρα θα βάλω κάποιο στοιχείο μοντέρνο, pop art, βιομηχανικό, αλλά πάντα θα είναι η δική μου αλήθεια. Ωστόσο, όταν ήμουν φοιτήτρια, ζωγράφιζα τοπία για έναν και μόνο λόγο: Εκτός από την ανάγκη μου να αποτυπώσω την αγάπη μου για την Μύκονο σε ένα έργο, αυτό ήταν για εμένα μια άσκηση. Η μεγαλύτερη άσκηση που μπορεί να κάνει ένας καλλιτέχνης είναι να ζωγραφίσει ένα γυμνό μοντέλο, τον άνθρωπο δηλαδή, αλλά και ένα τοπίο. Αν δεν κάνεις αυτές τις ασκήσεις, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Τότε μάλιστα δούλευα από το πρωί μέχρι το βράδυ και ό,τι έβλεπα μπροστά μου το ζωγράφιζα, για να καταφέρω να γίνω αυτό που είμαι σήμερα. Με έχει βοηθήσει πάρα πολύ η Μύκονος, γιατί το χρώμα και ο φωτισμός της είναι πάρα πολύ έντονα.
Υπάρχει κάποιο στοιχείο που να σας χαρακτηρίζει έντονα στα έργα σας, ώστε να αναγνωρίζουμε κατευθείαν πως είναι δικά σας;
Πιστεύω πως αυτά που φαίνονται έντονα στα έργα μου είναι αφενός η ευχέρεια στο χρώμα και αφετέρου η σύνθεση. Θυμάμαι κάποτε που μου έλεγαν οι καθηγητές μου ότι «Ακόμη και κάτι που υπάρχει στη γωνία του έργου σου, είναι σωστά δουλεμένο». Πάνω απ’ όλα όμως ξέρω να δουλεύω σωστά το χρώμα.
Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο έργο απ’ όσα έχετε δημιουργήσει που να σας έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη, κάποιο που να είναι το αγαπημένο σας;
Κοιτάξτε, μπορώ να σας μιλήσω για περιόδους. Έχω ζήσει τόσο έντονα και έχω δουλέψει τόσο πολύ που είναι σαν έχω ζήσει 100 ζωές. Είχα πει κάποτε πως και τώρα να πεθάνω, τα έχω ζήσει όλα. Όπως σας είπα λοιπόν δουλεύω πάντα θεματικές. Μια περίοδο για παράδειγμα, στην Σχολή Καλών Τεχνών, υπήρχε σε όλα τα έργα μου το στοιχείο μιας κούκλας, αλλά και παπούτσια προηγούμενης εποχής, τα οποία είχαν μια ιδιαίτερη μορφή. Ήταν σαν να έχουν και αυτά προσωπικότητα, αφού τα είχα κάνει σαν να ήταν πορτρέτο. Αυτό μου έχει μείνει πάρα πολύ στο μυαλό. Μια από τις σημαντικότερες δουλειές μου βέβαια ήταν αυτά τα δέκα χρόνια που δούλεψα τον «Καραγκιόζη τον Νεοέλληνα». Άλλη μια χαρακτηριστική μου θεματική ήταν το «Άσμα ασμάτων του Σολομώντα». Υπήρξε επίσης μια ιδιαίτερη θεματική που έκανα με pop art στοιχεία, όπως το photoshop και το κολάζ, η οποία μάλιστα είχε ένα gay στοιχείο, όπως το ξέρουμε όμως στη Μύκονο, με trans queens, για παράδειγμα και είχε γίνει σειρά εκθέσεων. Στη Μύκονο αλλά και σε ένα gay bar στην Αθήνα. Είναι λοιπόν λίγο πολύπλοκο το έργο μου, αλλά πιστεύω ότι αν είσαι καλλιτέχνης, οφείλεις να κάνεις πολλά διαφορετικά πράγματα.

Στην έκθεση «Μade in Greece ‘21» την οργάνωση της οποίας έχει αναλάβει η Μαρίνα Πετρή συμμετέχουν:
Ζωγραφική: Τζωρτζίνα Αρμακόλα, Εύα Γρυπάρη, Άννα Ελευθερίου, Δήμητρα Ζουγανέλη, Βασίλης Καβουρίδης, Αποστόλης Κωνσταντάς, Ειρήνη Μονογιού , Μάκης Μωράκης, Ελένη Μανάλη, Ελένη Νικολάκη, Πάνος Μπρούσαλης, Μαρίνα Πετρή, Βούλα Σκαγιά, Angela Pipikios Χειμωνά, Ιωάννα Χειμωνά. Γλυπτική και κόσμημα: Θάλεια Γαρυφάλλου, Installation: Βασίλης Ρουμελιώτης, Μωσαϊκό: Ειρήνη Συριανού, Φωτογραφία: Λιάνν Βορριά , Παναγιώτης Γιώκας, Αλεξάνδρα Σταυροπούλου. Σχέδιο μόδας: Αδαμαντία Κατσάμπη.
Η έκθεση βρίσκεται στην Δημοτική Πινακοθήκη Μυκόνου, Κτίριο Ζερβουδάκη – Ιγγλέση Ματογιάννι και Καλογερά, έως τις 10 Οκτώβρη. Καθημερινά είναι ανοιχτά από 10.30- 14.00 και