
Μαρίνα Βρανοπούλου: «Η Μύκονος τον χειμώνα έχει θεραπευτική μοναξιά»
Με την τέχνη έχει μια ιδιαίτερη σχέση, ενώ θεωρεί πως ο χειμώνας στη Μύκονο λειτουργεί ως αντίδοτο στο πολύβουο καλοκαίρι που έχει περάσει. Η επιμελήτρια τέχνης και ιδρύτρια της γκαλερί Dio Horia στη Μύκονο, Μαρίνα Βρανοπούλου, μιλά στο Mykonos Post για όλα όσα αγαπά στο νησί αλλά και για το όνειρο της που έγινε πραγματικότητα.
-
18.01.2022 Γεωργία Περιμένη
H Μαρίνα Βρανοπούλου είναι ένας άνθρωπος που γεννήθηκε για να ασχολείται με την τέχνη. Ήταν κάτι το οποίο γνώριζε από μικρή ηλικία και φαίνεται πως και η μοίρα είχε τα ίδια σχέδια για εκείνη. Μεγαλώνοντας, αποφάσισε πως της ταιριάζει περισσότερο η σύγχρονη τέχνη και πως το συγεκριμένο πεδίο είναι κάτι το οποίο επιθυμεί να σπουδάσει και να εξελίξει. «Με την τέχνη έχω μια σχέση εξ αίματος. Μεγάλωσα μέσα σε αυτή, σπούδασα και έχω τρία πτυχία πάνω στη σύγχρονη τέχνη, ενώ από το 2009 έως σήμερα, είμαι Υπεύθυνη του εκθεσιακού προγράμματος του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ στην Ύδρα», αποκαλύπτει η ίδια στο Mykonos Post.
![]()
![]()
“Αυτό το πλούσιο ιστορικά και πολιτιστικά νησί, δεν είχε κανένα εικαστικό σαλόνι στο οποίο να καλούνται καλλιτέχνες της γενιάς μου και επιμελητές να συνδιαλλαγούν και να παρουσιάσουν τη δουλειά τους. Κάπως έτσι, δημιουργήθηκε η γκαλερί Dio Horia”.
«Στη Μύκονο έχω περάσει πολλά καλοκαίρια της εφηβικής μου ηλικίας»
Το πάθος της ήταν να ανακαλύπτει έργα τέχνης και να τα μοιράζεται με το κοινό που έχει την ίδια αγάπη για την τέχνη. Κάπως έτσι, ένα καλοκαίρι, τον Ιούλιο του 2015, αποφασίζει να δημιουργήσει μια καλλιτεχνική Gallery, στην οποία θα εκθέτει όλα όσα κεντρίζουν το ενδιαφέρον της. Μαθαίνει διαρκώς τις πολιτιστικές εξελίξεις, ερευνά και συλλέγει έργα. Ονειρευόταν να φτιάξει έναν δικό της χώρο, όπου ο κόσμος θα βλέπει νέα πράγματα, θα συζητά, θα ανταλλάσσει απόψεις και θα κάνει δημιουργικούς διαλόγους. Ποιον τόπο διάλεξε για να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα; Σε πρώτη φάση το νησί των ανέμων. Όπως εξομολογείται στο Mykonos Post,έχει ένα ιδιαίτερο συναισθηματικό δέσιμο με το νησί, καθώς έχει συνδέσει τη Μύκονο με όμορφες στιγμές και αναμνήσεις από την εφηβική της ηλικία. Με αυτό το σκεπτικό, αποφάσισε πως θέλει να διαλύσει τα στερεότυπα που συνδέονται ενίοτε με τη Μύκονο και να δώσει ένα ερέθισμα στο κοινό, ώστε να δει και την καλλιτεχνική πλευρά του νησιού. «Το καλοκαίρι του 2014 και με αφορμή την γέννηση του πρώτου μου παιδιού, πέρασα δυο μήνες στο νησί για πρώτη φορά ως ενήλικας. Και το τονίζω αυτό, διότι στη Μύκονο έχω περάσει πολλά καλοκαίρια της εφηβικής μου ηλικίας. Εκείνο το διάστημα, παρατήρησα ότι αυτό το πλούσιο ιστορικά και πολιτιστικά νησί, δεν είχε κανένα εικαστικό σαλόνι στο οποίο να καλούνται καλλιτέχνες της γενιάς μου και επιμελητές να συνδιαλλαγούν και να παρουσιάσουν τη δουλειά τους». Κάπως έτσι, δημιουργήθηκε η γκαλερί Dio Horia, το 2015 στη Χώρα της Μυκόνου, αλλά αργότερα και στο Ψυχικό στην Αθήνα. Τον χειμώνα, η γκαλερί μεταφέρεται στην Αθήνα ενώ στη Μύκονο ο χώρος αναμένεται να ανοίξει και πάλι τις πόρτες του για το κοινό τον Απρίλιο του 2022. Μέχρι τότε, ο χώρος της gallery χρησιμοποιείται ως καλλιτεχνικό στούντιο.


Οι δικές της εικόνες
Όσον αφορά τη Μύκονο, στη μνήμη της έχουν χαραχθεί έντονα οι Ψαράδες στη Ρήνεια, τα χιόνια τον Ιανουάριο του 2016 στη Μικρή Βενετία, τα μεγάλα πάρτι των εφηβικών της χρόνων και όλες οι ανατολές που συναντούσε τότε, αλλά και τώρα, καθώς επιστρέφει πάνω από τα Διβούνια του Καλαφάτη. Εικόνες που αγαπά και πάντα θα την κάνουν να επιστρέφει στη Μύκονο, ακόμη και αν δεν κατοικεί πλέον μόνιμα εκεί. Ο χειμώνας στο νησί είναι σίγουρα κάτι πολύ ιδιαίτερο. Για κάποιους δεν είναι εύκολος, όμως οι περισσότεροι, μπορούν μέσα από την ηρεμία και την ησυχία που επικρατεί να δουν την άγρια και ατόφια ομορφιά του. Για την Μαρίνα Βρανοπούλου, όπως λέει χαρακτηριστικά και η ίδια, «Η Μύκονος τον χειμώνα έχει μία επιλεκτική μοναξιά που συνειδητοποιείς ότι είναι εν τέλει θεραπευτική. Μια μοναξιά που λειτουργεί ως αντίδοτο, στο πολύβουο και κουραστικό ενδεχομένως καλοκαίρι το οποίο πέρασε». Σχετικά με τη γκαλερί Dio Horia, συνήθως φιλοξενεί εκθέσεις σύγχρονης τέχνης από διεθνείς καλλιτέχνες και επιμελητές που δεν έχουν επισκεφθεί ή δουλέψει στο παρελθόν στην Ελλάδα. «Ο πιο βασικός στόχος είναι να δημιουργήσουν έργα in situ (σ.σ: επί τόπου), σε μικρό χρονικό διάστημα που αναφέρονται, εμπνέονται ή συνδιαλέγονται με τον τόπο παραγωγής τους».
