
Στάθης Γιαπουτζίδης Καρράς: «Το περιβάλλον της Μυκόνου ταιριάζει με την έκθεσή μου»
Μολονότι σπούδασε design, η τέχνη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη ζωή του. Με αφορμή την ατομική έκθεση, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη στη Δημοτική Πινακοθήκη Μυκόνου, ο Στάθης Γιαπουτζίδης Καρράς μιλά στο Mykonos Post για όλα όσα τον οδήγησαν εδώ που βρίσκεται σήμερα και μας προσκαλεί να περιηγηθούμε στην έκθεσή του, η οποία είναι εμπνευσμένη από το ελληνικό καλοκαίρι.
-
07.09.2022 Άννυ Τζαβέλλα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, μεγάλωσε στην Κατερίνη, σπούδασε στη Σύρο, ενώ σήμερα ζει και εργάζεται στην Ολλανδία. Τέσσερα μέρη, τέσσερα σημαντικά κεφάλαια στη ζωή του, που το κάθε ένα ξεχωριστά, έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην πορεία του. Από μικρός ασχολούνταν με τη ζωγραφική και οραματιζόταν τον εαυτό του στο μέλλον να ζωγραφίζει. Τελικά, αυτό ακριβώς έκανε. Ο Στάθης Γιαπουτζίδης Καρράς, προέρχεται από μια οικογένεια αρχιτεκτόνων. Παρότι σπούδασε design, αποφάσισε ότι η τέχνη τον γεμίζει και τον ολοκληρώνει. Για αυτό, λοιπόν, παράλληλα με την εργασία του στον χώρο του design στην Ολλανδία, ασχολήθηκε επαγγελματικά με την τέχνη. Ο ίδιος, περιγράφει στο Mykonos Post, τον τρόπο με τον οποίο ξεκίνησαν όλα.

«Από μικρό παιδί είχα μια κλίση προς την τέχνη»
Ο Στάθης ζωγραφίζει από μικρός. Από τότε που θυμάται τον εαυτό του για την ακρίβεια. «Από μικρό παιδί είχα μια κλίση προς την τέχνη. Μου πήρε καιρό να το παραδεχτώ στον εαυτό μου. Θυμάμαι πως όταν ήμουν πολύ μικρός και με ρωτούσαν τι θα ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω, τους απαντούσα πως θέλω να κάνω σέζια. Εννοούσα σχέδια, αλλά ήμουν τόσο μικρός που δεν μπορούσα να πω τη λέξη καλά», λέει γελώντας στο Mykonos Post ο Στάθης.
Οι γονείς του ήταν αρχιτέκτονες. Μεγαλώνοντας, η πρώτη σκέψη που έκανε σχετικά με το μέλλον του ήταν να ακολουθήσει τα χνάρια τους. «Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον αρχιτεκτόνων, οπότε στην αρχή, ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας. Έπειτα, πέρασα μία διαδικασία κατά την οποία απέκλεια πράγματα. Τελειώνοντας το σχολείο, πήγα στη Σύρο, όπου σπούδασα design. Έμεινα εκεί οκτώ χρόνια. Πέρασα πάρα πολύ ωραία, αλλά πάντα μέσα μου έλεγα πως θέλω να ασχοληθώ με την τέχνη», υποστηρίζει, ενώ προσθέτει πως «Είμαι και μουσικός. Μάλιστα, έφτασα σε ένα σημείο που έθεσα στον εαυτό μου το εξής δίλημμα: Μουσική ή τέχνη; Με κέρδισε όμως η τέχνη. Ιδιαίτερα η γλυπτική και το τρισδιάστατο είναι δύο θέματα που μου τράβηξαν το ενδιαφέρον».

“Επέλεξα να κάνω την έκθεσή μου στη Μύκονο, γιατί θέλω να προσκαλέσω τον κόσμο που περπατά στα Ματογιάννια, να μπει σε ένα δωμάτιο και να δει τα πράγματα κάπως αλλιώς. Να τα δει από τη δική μου πλευρά”
«Η έκθεσή μου περιγράφει μια χαρμολύπη ενός γεγονότος»
Μέχρι τις 10 Σεπτεμβρίου, στη Δημοτική Πινακοθήκη της Μυκόνου και στην αίθουσα Καλογερά, πραγματοποιείται η ατομική του έκθεση με τίτλο GREEKEND, η οποία είναι εμπνευσμένη από το ελληνικό καλοκαίρι. Το έργο του είναι ουσιαστικά μια εγκατάσταση, με έξι καρέκλες να συνθέτουν την όψη του. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Στάθης χρησιμοποιεί τη χαρακτηριστική καρέκλα του καφενείου, που αποτελεί στοιχείο της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και την μετατρέπει σε τουριστικό σύμβολο του καλοκαιριού. «Το έργο μου απαρτίζεται από έξι καρέκλες, συνοδευόμενες από ένα σεντόνι στο οποίο είναι γραμμένο το εξής: Impress, Invest, Rest. Το πάτωμα είναι καλυμμένο με χαρτοπετσέτες, ενώ “κλειδί” της έκθεσης αποτελεί μια αλληλογραφία σε καρτ-ποστάλ, η οποία αποκαλύπτει μια βιωματική εμπειρία. Η αλήθεια είναι πως δεν θέλω να πω παραπάνω πράγματα για την έκθεση, καθώς περιμένω να δω πώς θα επικοινωνήσει ο κόσμος με το έργο», εξηγεί στο Mykonos Post ο Στάθης.
Άλλωστε αυτός δεν είναι και ο στόχος ενός καλλιτέχνη; Ρητορική ερώτηση, αλλά ο εικαστικός απαντά και εδώ πως «Η έκθεσή μου περιγράφει μια χαρμολύπη ενός γεγονότος. Υπάρχουν καρέκλες εγκαταλελλειμένες, παρατημένες. Πραγματικά με ενδιαφέρει να δω πώς θα αλληλεπιδράσει ο καθένας ξεχωριστά με το έργο μου. Μπορεί να περπατήσει ή να περιηγηθεί στον χώρο. Μπορεί να καθίσει σε κάποια από τις καρέκλες. Μπορεί και τίποτα από αυτά. Η αντίδραση του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετική και αυτό θέλω να εξετάσω», λέει με ειλικρίνεια.
Κάτι που συγκράτησα διαβάζοντας το βιογραφικό σημείωμα του Στάθη Γιαπουτζίδη Καρρά είναι πως τον απασχολεί η κιτς πλευρά της Ελλάδας, καθώς και η τραχιά αποτύπωση των εμπειριών και των αναμνήσεων μέσα στο χρόνο. Αναρωτιέμαι λοιπόν, τι εννοεί ο ποιητής; Ή μάλλον καλύτερα, τι εννοεί ο καλλιτέχνης; «Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη, αλλά έφυγα από μικρός και μεγάλωσα στην Κατερίνη. Τα καλοκαίρια μου τα περνούσα με τη γιαγιά και τον παππού μου στον Πλαταμώνα. Από μικρός, λοιπόν, έβλεπα πολλές εικόνες. Έβλεπα τουριστικά μέρη που ανοίγουν μόνο για τους επισκέπτες τους το καλοκαίρι, εξερευνούσα το παραλιακό μέτωπο στη βόρεια Ελλάδα και γενικά ήμουν γεμάτος εικόνες από τα έντονα καλοκαίρια που περνούσα εκεί», αναφέρει ο Στάθης, ενώ εγώ προσθέτω και την παραμονή του στη Σύρο για οκτώ χρόνια. «Φυσικά. Και η Σύρος μου έδωσε πολλές εικόνες. Η θάλασσα, το καλοκαίρι, ο τουρισμός. Όλα αυτά ήταν μέρος της ζωής μου από πάντα. Έτσι, μου άρεσε να αποτυπώνω αυτά που έβλεπα και ένιωθα με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο. Με έναν δικό μου τρόπο», εξηγεί.

«Θα πραγματοποιήσω και άλλες εκθέσεις»
Όπως διαπιστώσαμε, ο Στάθης έχει γυρίσει αρκετά μέρη της Ελλάδας, εξερευνώντας πολλούς από τους θησαυρούς της. Άραγε, είχε επισκεφτεί ξανά τη Μύκονο ή μήπως η έκθεσή του αποτέλεσε την αφορμή για να έρθει πρώτη φορά στο νησί; «Τη Μύκονο την έχω επισκεφτεί και στο παρελθόν. Όταν σπούδαζα στη Σύρο, κάθε καλοκαίρι γύριζα όλα τα νησιά γύρω γύρω, οπότε είχα περάσει και από εδώ». Αυτή τη φορά, συστήνεται στον κόσμο, ενώ παράλληλα μας προσκαλεί να πάμε στην έκθεσή του, να τον γνωρίσουμε από κοντά στη Δημοτική Πινακοθήκη και να “εξερευνήσουμε” το έργο του. «Επέλεξα να κάνω την έκθεσή μου στη Μύκονο, γιατί θέλω να προσκαλέσω τον κόσμο που περπατά στα Ματογιάννια, να μπει σε ένα δωμάτιο και να δει τα πράγματα κάπως αλλιώς. Να τα δει από τη δική μου πλευρά. Να δει αν συμφωνεί με αυτό που βλέπω εγώ ή αν διαφωνεί. Πιστεύω πως το περιβάλλον της Μυκόνου ταιριάζει με την έκθεσή μου», τονίζει στο Mykonos Post.
Μετά το πέρας της έκθεσης, τι ακολουθεί για τον καλλιτέχνη; «Θα πραγματοποιήσω και άλλες εκθέσεις, ίσως στην Ολλανδία, ίσως στην Ελλάδα. Έχω αρκετά πλάνα για το μέλλον».