Δήμητρα Νάζου: «Γαλουχήθηκα με τις γιαγιάδες και τις θειάδες της Μυκόνου»
Κράμα Μυκονιάτισσας με καταβολές Μικρασιάτικες από την πλευρά της μητέρας της, η Δήμητρα Νάζου θυμάται από τη νεαρή ακόμη ηλικία να βρίσκεται μέσα σε πολιτιστικά δρώμενα, από τους Μυκονιάτες συγγενείς της και στο σπίτι της γιαγιάς που της έλεγε παραλο(γ)ές και τραγουδούσε Σαρακοστιανά τραγούδια το Σαραντάμερο, τα μυκονιάτικα κάλαντα και ιστορίες με γιαλλούδες και ξωτικά. Όλα αυτά πέρασαν και στα εκπαιδευτικά προγράμματα που επιμελείται στο Λαογραφικό Μουσείο και στις δράσεις του Συλλόγου Γυναικών Μυκόνου. Η ίδια μιλά στο Mykonos Post για την αγάπη της για τη διάδοση της παράδοσης και την προσφορά της στον πολιτισμό του νησιού.
-
11.02.2022 Γεωργία Περιμένη
Οι παιδικές της αναμνήσεις είναι γεμάτες με εικόνες από Μυκονιάτισσες γιαγιάδες που ευλαβικά και αυστηρά διατηρούσαν τα έθιμα του νησιού. Από παιδί λάτρευε τον πολιτισμό, «χανόταν» μέσα στη βιβλιοθήκη της Μυκόνου, της τραβούσαν την προσοχή οι λαϊκές παραδόσεις και δηλώνει πως πάντα καμάρωνε όταν έλεγε ότι είναι από τη Μύκονο. Η Δήμητρα Νάζου είναι ένας άνθρωπος συνδεδεμένος με τον πολιτισμό της Μυκόνου και η προσφορά της στο νησί είναι μεγάλη. Η ίδια μιλά στο Mykonos Post για τις πιο έντονες αναμνήσεις της από το νησί, όλα όσα αγαπά σε αυτό, το πάθος της για την ιστορία, τον πολιτισμό, τη λαογραφία, την υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά μας και την προσφορά της μέσω του Συλλόγου Γυναικών Μυκόνου αλλά και του Λαογραφικού Μουσείου του νησιού.

Ποια είναι η σχέση σας με τη Μύκονο; Κατάγεστε από το νησί;
Μεγάλωσα στον Πειραιά, ο πατέρας μου είναι Μυκονιάτης. Η μητέρα μου είναι μικρασιάτικης καταγωγής. Επομένως έχω μέσα μου διάφορους πολιτισμούς: του Αιγαίου, όπως λέω χαρακτηριστικά, της Μικράς Ασίας αλλά και τις γειτονιές του Πειραιά, όπου και πήγα σχολείο. Παρότι δεν μεγάλωσα στη Μύκονο, είχαμε πάντα επαφές με το νησί. Τα έθιμα, αλλά και τις παραδόσεις, τα ήξερα από μικρή, από θειάδες, γιαγιάδες και πάντα με γοήτευαν. Θυμάμαι πως η μητέρα μου, η οποία είχε πάρα πολύ καλές σχέσεις με το σόι μου από τη Μύκονο, μας πήγαινε συχνά στο σπίτι της γιαγιάς και εγώ, ένα πολύ παρατηρητικό παιδί καθώς ήμουν, πάντα κοίταζα και παρατηρούσα. Από τη γιαγιά μαθαίναμε πολλά. Έχω έντονες εικόνες από τη Μύκονο. Κάθε χρόνο η γιαγιά μας έστελνε το «καλαθάκι» με τα καλούδια, όπως το λέγαμε και μας το έστελνε από τη Μύκονο στον Πειραιά με ταχυδρόμους. Ο ταχυδρόμος ήταν πολύ σημαντικό κομμάτι του πήγαινε-έλα από το νησί στην πόλη και το λιμάνι, που τότε ήταν βέβαια μόνο ο Πειραιάς. Το καλαθάκι αυτό ήταν ένα δώρο από εκείνη για εμάς κάθε Χριστούγεννα και είχε μέσα διάφορα παραδοσιακά τοπικά προϊόντα όπως κοπανιστή, λουκάνικο, ξυνότυρο, χόρτα προβάσια και άλλα προϊόντα,σκεπασμένο και ραμμένο επιμελώς με σακοράφα με την κλασική καρό πετσέτα. Θυμάμαι επίσης πως η γιαγιά μας τραγουδούσε πάντα και συγκεκριμένα τα κάλαντα, τα Ντρανταμάσουρα. Η γιαγιά, η οποία ήταν από το Μαράθι, θυμάμαι να λέει πάντα ότι οι Μαραθιανοί είναι πολύ φιλόξενοι άνθρωποι και ότι φίλευαν όποιον περνούσε από το σπίτι στο χωριό τους. «Πάντα τον ξένο τον βλέπαμε με πολύ χαρά και τον φιλεύαμε με ό,τι είχαμε», και με κρύο νερό από το σταμνί που το διατηρούσε πάντα δροσερό.

“Όταν λοιπόν ήρθα στη Μύκονο, η ωραιότερη ώρα για μένα ήταν η επίσκεψή μου στη βιβλιοθήκη και οι συζητήσεις που έκανα εκεί με την Καλλιόπη Τριανταφύλλου για τη μυθολογία, τη Δήλο και άλλα ιστορικά και πολιτιστικά θέματα”.
Ποιες εποχές του χρόνου έχετε ζήσει στη Μύκονο και τι θυμάστε πιο έντονα;
Ερχόμουν το Πάσχα και τα καλοκαίρια. Γαλουχήθηκα με τις γιαγιάδες και τις θειάδες της Μυκόνου. Πιο πολύ επαφή είχα με το Μυκονιάτικο, παρά με το άλλο σόι. Ήταν σχολείο για εμένα. Χωρίς να υποτιμώ βέβαια τις εμπειρίες μου από τον Πειραιά και τους μικρασιάτες συγγενείς, που κι από εκεί έμαθα πολλά. Στο νησί λοιπόν παρακολουθούσα τις γυναίκες και τις ξαδέλφες μας που ύφαιναν και μου άρεσε. Στον Τούρλο, θυμάμαι να παρακολουθώ την Δημητρούλα του Λιοντή να υφαίνει στον αργαλειό και η κλωστή να γίνεται ρυθμικά πολύχρωμο ύφασμα. Ήταν για εμένα μια μαγεία. Επίσης, πάντα μου άρεσε η μόδα και το ρούχο, αλλά και οι παραδοσιακές φορεσιές. Καμάρωνα πάντα, να λέω ότι είμαι από τη Μύκονο, γιατί ήξερα ότι πολλά από τα θαυμαστά πράγματα γίνονται εκεί.
Ποιες είναι οι πιο δυνατές παιδικές αναμνήσεις που έχετε από τη Μύκονο;
Χαραγμένα στη μνήμη μου είναι φυσικά τα ατελείωτα μπάνια στη θάλασσα τη δεκαετία του ‘50. Αυτά που μου έχουν μείνει πιο έντονα είναι στην Κολοκύθα και στην Αγία Άννα που αρχικά κολυμπούσαμε με την βοήθεια των φλασκιών,που ήταν τα βοηθητικά “μπρατσάκια” της τότε εποχής. Γίνονταν επίσης πολλά πανηγύρια τα καλοκαίρια, ωστόσο στα περισσότερα δυστυχώς για εμάς ήταν απαγορευμένα δεν μας έπαιρναν μαζί οι μεγάλοι. Έλεγαν ότι εμείς πρέπει να πάμε για ύπνο. Η μητέρα μου ήταν αυστηρή και σπάνια μας άφηνε να πηγαίνουμε. Εμείς τα παιδιά απολαμβάναμε τις Κυριακές στο καφενείο του Δημήτρη Κονταρίνη στο Γιαλό τους μελομένους λουκουμάδες και τα κοκ του. Μου άρεσε στην εφηβεία μου το γεγονός ότι το νησί ήταν κοσμοπολίτικο. Άκουγα για τον διαγωνισμό και το βραβείο της Μις Μυκόνου δηλαδή της ποιο ωραίας Μυκονιάτισσας στον Άγιο Στέφανο στο μαγαζί του Στάθη Κονταρίνη, για τις επιδείξεις μόδας του Γιάννη Γαλάτη στον Πλατύ Γιαλό. Υπήρχαν για εμένα πάρα πολλά ερεθίσματα στο νησί, που τρελαινόμουν να ακούω για αυτά και να τα βλέπω στα περιοδικά. Ακόμη, χάζευα και τις όμορφες βιτρίνες στο Ματογιάννι. Παρατηρούσα τη βιτρίνα της “Μαρουλίνας” με τα υπέροχα πρωτοποριακά κοσμήματά της, τα κρεμασμένα υφαντά στους τοίχους του Χαρακόπουλου και της Βιενούλας.Τα υπόλοιπα παιδιά έπαιζαν κι εγώ “κολλούσα” με όλα αυτά. Έβλεπα και κάποιους καλλιτέχνες που έκαναν ταπισερί με κομμάτια υφαντών και διαφόρων άλλων υφασμάτων. Συχνά πήγαινα στη βιβλιοθήκη και χανόμουν μέσα στα βιβλία. Λάτρευα τη μάθηση και σιγά σιγά η γνώση πέρασε και στην παράδοση και στον πολιτισμό.

Με ποια αφορμή εγκατασταθήκατε μόνιμα στο νησί;
Ο σύζυγός μου ήταν ναυτικός και ήταν από τη Μύκονο. Τα πρώτα χρόνια του γάμου μας, ταξίδεψα και εγώ λίγο μαζί του. Με τον ερχομό, όμως, των παιδιών, ήταν δύσκολο να τον ακολουθώ στο καράβι. Το 1976 εγκαταστάθηκα μόνιμα στη Μύκονο, με τα δυο παιδιά μου και ασχοληθήκαμε με την εστίαση.
Γνωρίζω πως είστε ένας άνθρωπος που λατρεύει τον πολιτισμό και η προσφορά σας στο νησί σε αυτό το κομμάτι είναι μεγάλη.
Από παιδί, όπως προανέφερα, μου τραβούσαν την προσοχή τα ήθη, τα έθιμα και ο πολιτισμός, μου άρεσε να πηγαίνω στα μουσεία, στις βιβλιοθήκες, στη Λαϊκή αγορά, να γνωρίσω έτσι τον κάθε τόπο και τους ανθρώπους του. Όταν λοιπόν ήρθα μόνιμα στη Μύκονο, η ωραιότερη ώρα για μένα ήταν η επίσκεψή μου στη βιβλιοθήκη και οι συζητήσεις που έκανα εκεί με την Καλλιόπη Τριανταφύλλου για τη μυθολογία, τη Δήλο και άλλα ιστορικά και πολιτιστικά θέματα. Επίσης, εκεί έρχονταν πάντα «ωραίοι» άνθρωποι. Άνθρωποι των γραμμάτων, μορφωμένοι, δημοσιογράφοι, δάσκαλοι κλπ. Ύστερα γράφτηκα στον Σύλλογο Γυναικών, όπου διετέλεσα και Πρόεδρος δυο φορές. Η σχέση μου με τον Σύλλογο ήταν πάντα δυνατή, ουσιαστική και αμφίδρομη. Ο Σύλλογος αυτός διατήρησε τα έθιμα. Ήμαστε μέσα γραμμένες γυναίκες με ζήλο και λατρεία για την παράδοση. Εγώ τα έψαχνα λόγω χαρακτήρα λίγο περισσότερο. Θυμάμαι πως ακόμη και τα κάλαντά μας, τα μελετούσα, μάθαινα από πού προέρχονται, τι σημαίνουν, τι μηνύματα δίνουν. Διάβαζα πολύ και τους λαογράφους μας.

“Παρότι δεν μεγάλωσα στη Μύκονο, είχαμε πάντα επαφές με το νησί. Τα έθιμα, αλλά και τις παραδόσεις, τα ήξερα από μικρή, από θειάδες, γιαγιάδες και πάντα με γοήτευαν”.
Ποιες δράσεις σας μέσω του Συλλόγου Γυναικών θεωρείτε τις πιο σημαντικές για τον πολιτισμό της Μυκόνου;
Όταν πρωτογράφτηκα στον Σύλλογο, το 1983, άκουγα, έβλεπα και βοηθούσα. Το 1985 εκλέχτηκα και μπήκα με χαρά και δυναμικά στο ΔΣ. Επειδή ήξερα από υφάσματα κυρίως από τη γειτονιά του Πειραιά, όπου τότε πολλές γυναίκες στις γειτονιές του ράβανε, τις παρακολουθούσα και έμαθα λίγο να ράβω και εγώ. Μέσα στο Σύλλογο άρχισα να μελετώ τη φορεσιά μας. Βοήθησα στη βελτίωση της παραδοσιακής φορεσιάς της Μυκόνου, το έψαξα,σε συνεργασία και με τη βοήθεια της ιματιοθήκης της Δώρας Στράτου. Παρακολούθησα και σεμινάρια της Ιωάννας Παπαντωνίου και έτσι μπήκα αρκετά σε αυτό το πεδίο της φορεσιάς και στα σύμβολά της. Έμαθα αρκετά καινούργια πράγματα. Άλλη σημαντική δράση ήταν ότι αξιοποιήσαμε την Πρωτομαγιά. Φτιάχναμε και εξακολουθούμε να φτιάχνουμε τα στεφάνια, τους Μάηδες. Τα στολίζουμε σε πάγκους στο Γιαλό μας και τα πουλάμε. Έχουμε εισόδημα από αυτό το μαγιάτικο παζάρι το οποίο το διαθέτουμε για τους σκοπούς του Συλλόγου. Φτιάχνουμε και άλλα πράγματα για τον ίδιο σκοπό. Βοηθούσαμε στις απόκριες, αναβιώνουμε τα χοιροσφάγια, σπουδαίο παραδοσιακό έθιμο, τον Κλήδονα και πολλές άλλες εκδηλώσεις. Το Πάσχα, πηγαίνουμε πάντα και λέμε το μοιρολόι της Παναγιάς τη Μεγάλη Παρασκευή, ενώ κάνουμε και το νηστίσιμο κέρασμα και κερνούμε τον κόσμο στην αυλή του Λαογραφικού Μουσείου, που περνούν οι επιτάφιοι. Συμμετείχα πάντα στις εκδηλώσεις, στην προετοιμασία τους, από το να φτιάξω πράγματα μέχρι να ντύσουμε στις παρελάσεις τα παιδιά. Όταν μπήκα στο Σύλλογο είχαμε 10 φορεσιές και φτάσαμε να έχουμε 60. Ήταν βέβαια συλλογική δουλειά και όλες μαζί οι γυναίκες βοηθήσαμε. Κάθε καλοκαίρι επίσης, το Υπουργείο Πολιτισμού μας έδινε ένα συγκεκριμένο θέμα και φτιάχναμε χειροτεχνίες στο παιδικό καλλιτεχνικό εργαστήρι και τα παρουσιάζαμε σε συγκέντρωση του ICCOM. Το μεγάλο επίτευγμα για το οποίο είμαι περήφανη, είναι το ότι κάναμε πολλά πολιτιστικά προγράμματα σε συνεργασία με το Λαογραφικό Μουσείο, στο οποίο επίσης βοηθούσα. Πρέπει να σας πω ότι επί 17 χρόνια ήμουν υπεύθυνη του εκπαιδευτικού εργαστηρίου του Συλλόγου και του Λαογραφικού Μουσείου για τα παιδιά. Όλα αφιλοκερδώς. Ακόμα ασχολούμαι, αλλά πιο αραιά, μέσω του Συλλόγου, αλλά πάντα με τη βοήθεια του Λαογραφικού Μουσείου. Το πρωί ήμουν στο μαγαζί μου και πολλά απογεύματα ασχολούμουν με αυτά. Στον Σύλλογο επίσης εκδώσαμε το βιβλίο «Το Μυκονιάτικο υφαντό τον 20ο αιώνα», είναι έρευνα την οποία έγραψα εγώ με τον αρχαιολόγο Παναγιώτη Χατζηδάκη, με πληροφορίες που έχω συλλέξει όλα αυτά τα χρόνια. Ακόμη, έγραψα ένα βιβλίο μικρής έρευνας για τη Δαντέλα στη Μύκονο και ένα παραμύθι με θέμα τον Μυκονιάτη πειρατή Μερμελέχα. Έχω επιμεληθεί και τα Μυκονιάτικα τραγούδια από τα νανουρίσματα, κάλαντα, τα Σαρακοστιανά τραγούδια, του Κλήδονα της Αγάπης έως τα Μοιρολόγια. Ελπίζω κάποτε να τα μελοποιήσουμε και να εκδοθούν.
Επίσης, βοήθησα στον πολιτισμό του νησιού κατά κάποιο τρόπο μέσω του δικού μου μαγαζιού. Τη δεκαετία του ’80 άνοιξα το δικό μου μαγαζί, στο οποίο πουλούσα δικές μου χειροτεχνίες. Κούκλες, κόσμημα και ό,τι άλλο μπορούσαν να φτιάξουν τα χέρια μου. Εμπνεόμουν πάρα πολύ από την παράδοση της Μυκόνου και της Δήλου.

“Τη δεκαετία του ’80 άνοιξα το δικό μου μαγαζί, στο οποίο πουλούσα δικές μου χειροτεχνίες. Κούκλες, κόσμημα και ό,τι άλλο μπορούσαν να φτιάξουν τα χέρια μου. Εμπνεόμουν πάρα πολύ από την παράδοση του νησιού και της Δήλου”.
Για μια περίοδο ήσασταν υπεύθυνη και στο Λαογραφικό Μουσείο Μυκόνου.
Στο μουσείο ήμουν υπεύθυνη- επιμελήτρια για 6 χρόνια και έχω δείξει πάρα πολλά πράγματα μέσα από τα μαθήματα, όπως για παράδειγμα την κατασκευή της παραδοσιακής καράβας, κατασκευή κούκλας-γιαλλούδας, πειρατές, περιστεριώνες και πολλά άλλα θέματα. Το μουσείο, όταν αυτό ήταν δυνατό, μου έδινε το χώρο του και δεν το ξεχνώ, μαζί με την Ευαγγελία Καμμή. Τώρα μας φιλοξενεί η ΚΔΕΠΠΑΜ. Πριν από κάθε κατασκευή και παρουσίαση, διάβαζα, μελετούσα και μάθαινα ξανά την ιστορία του κάθε θέματος. Μέσα στον χώρο του Λαογραφικού Μουσείου διδάξαμε τα παιδιά και τους κάναμε μικρούς ξεναγούς. Παιδάκια λοιπόν μετά από δική μας εκπαίδευση, έκαναν τη δική τους ξενάγηση. Μαζί με εμάς, αγάπησαν και αυτά το μουσείο. Για εμένα το Μουσείο είναι ο θεματοφύλακας της ιστορίας μας και όταν έρχονται τα παιδιά χαίρομαι πάρα πολύ. Τώρα δεν είμαι πια επιμελήτρια, αλλά είμαι εξωτερική συνεργάτις στο μουσείο και βοηθάω όποτε με χρειαστούν. Σε αυτό το σημείο, θέλω να αναφέρω πως είμαι ιδρυτικό μέλος των “Φίλων Δήλου Ρήνειας” και ιδρυτικό μέλος στους «Φίλους του Λαογραφικού Μουσείου». Ήμουν και πρώην Πρόεδρος και νυν Αντιπρόεδρος στους «Φίλους του Λαογραφικού Μουσείου», μέσα από τους οποίους βοηθάμε στην οικονομική ενίσχυση του Μουσείου. Κάνουμε παζάρια, ξεναγήσεις και άλλες δράσεις για ανάδειξη της νεότερης ιστορίας του νησιού μας και των εκθεμάτων του μουσείου. Μέσα από όλα αυτά θέλουμε να δείξουμε ότι Μύκονος δεν είναι μόνο η διασκέδαση, που από μικρή θυμάμαι ότι γίνονταν πάντα γλέντια, αλλά υπάρχει η γαστρονομία μας, η πολιτιστική μας κληρονομιά και εμείς οι άνθρωποι που ζούμε στο νησί και που όλα αυτά προσπαθούμε να τα διατηρήσουμε, να τα καταγράψουμε και να τα διαδώσουμε.
