Μαθιός Αποστόλου: «Έχω φόβο και αγωνία για την εξέλιξη του νησιού τα επόμενα χρόνια»
Μολονότι ήθελε να γίνει καπετάνιος στα καράβια, ένα σοβαρό θέμα υγείας που αντιμετώπιζε ο πατέρας του, ανέτρεψε τα σχέδιά του και τον ανάγκασε να επιστρέψει στη Μύκονο. Για δώδεκα χρόνια ήταν δήμαρχος Μυκόνου, ενώ ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να εργάζεται ως εργολάβος οικοδομών. Ο Μαθιός Αποστόλου, μοιράζεται με το Mykonos Post τις εμπειρίες του, δεν μασάει τα λόγια του και εξηγεί όλα όσα τον απασχολούν και τον προβληματίζουν.
-
02.02.2022 Μαρίνος Βυθούλκας
Από την 1η Ιανουαρίου 1979, μέχρι και το 1990 διετέλεσε δήμαρχος Μυκόνου. Για τρεις τετραετίες οι κάτοικοι του νησιού εμπιστεύθηκαν την καρέκλα του δημάρχου στα χέρια του. Και ο Μαθιός Αποστόλου προσπάθησε να δώσει τον καλύτερό του εαυτό, ώστε να μην τους απογοητεύσει. Και το κατάφερε, μια και οι περισσότεροι έχουν να πουν μόνο καλά λόγια για έναν Μυκονιάτη, ο οποίος για δώδεκα χρόνια ήταν ο δικός τους άνθρωπος, του οποίου η πόρτα ήταν πάντα ανοιχτή στο δημαρχείο.
«Συνέβη κάτι και αποφάσισα να αλλάξω επαγγελματική πορεία»
Ο Μαθιός Αποστόλου γεννήθηκε το 1942 στη Μύκονο. «Σε ηλικία 12 ετών έφυγα από το νησί και πήγα Γυμνάσιο στην Τήνο, καθώς η Μύκονος εκείνη την εποχή δεν είχε Γυμνάσιο. Τελειώνοντας το σχολείο, έδωσα εξετάσεις για το εμπορικό ναυτικό. Ύστερα παρουσιάστικα στο ναυτικό, προκειμένου για να υπηρετήσω τη στρατιωτική μου θητεία και μόλις απολύθηκα, συνέβη κάτι και αποφάσισα να αλλάξω επαγγελματική πορεία και να επιστρέψω στη Μύκονο. Ουσιαστικά, αρρώστησε ο πατέρας μου και έπρεπε να γυρίσω πίσω. Ο πατέρας μου ήταν εργολάβος οικοδομών και μέχρι να αποκατασταθεί η υγεία του, έπρεπε να βρίσκομαι στο νησί. Οι καταστάσεις με οδήγησαν στο να μάθω τη δουλειά και να μπω και εγώ με τη σειρά μου στην οικοδομή. Όσο περνούσε ο καιρός, το συγκεκριμένο αντικείμενο εργασίας μου άρεσε ακόμα πιο πολύ, έβαλα τα πράγματα κάτω, τα ζύγισα και αποφάσισα να ασχοληθώ επαγγελματικά με τις οικοδομές. Και για να είμαι ειλικρινής, δεν το μετάνιωσα», εξομολογείται στο Mykonos Post. Είναι Φεβρουάριος του 1965 και ο 23χρονος Μαθιός, γεμάτος όρεξη για δουλειά, αφήνει τα πλοία, τη θάλασσα και γίνεται εργολάβος οικοδομών.

“Τα τελευταία χρόνια, ο παραδοσιακός οικισμός της Μυκόνου έχει βιασθεί ασύστολα. Παρόλα αυτά, κρατιέται ακόμα”
«Από το 1960 και μετά, ξεκίνησε η Μύκονος να αναπτύσσεται»
Τα σπίτια στη Μύκονο της δεκαετίας του 1960 είναι λίγα, αλλά με περίσσεια αισθητική. Μάλιστα, οι οικοδόμοι της Μυκόνου, είχαν την καλύτερη φήμη. Μια φήμη που τους οδήγησε στην πρωτεύουσα. «Μετά τον πόλεμο, οι Μυκονιάτες πήγαν στην Αθήνα και αυτό που μπορώ να σας πω με σιγουριά είναι πως στο θέμα της ανέγερσης των Αθηνών, βοήθησε πολύ ο Μυκονιάτικος λαός. Όσον αφορά τη δεκαετία του 1960, επέστρεψαν πολλοί Μυκονιάτες στο νησί. Μέχρι τότε στη Μύκονο ήταν ψαράδες, ναυτικοί και χωρικοί. Το νησί δεν είχε ιδιαίτερη ζωή. Από το 1960 και μετά, ξεκίνησε η Μύκονος σιγά σιγά να αναπτύσσεται. Η οικοδομή δεν ήταν στο σημείο που δυστυχώς είναι σήμερα. Υπήρχαν ελάχιστες βίλες, τις οποίες δεν είχαν μόνο Έλληνες, αλλά και ξένοι επιχειρηματίες που ήθελαν εκείνη την εποχή να χτίσουν στο νησί. Αυτά λοιπόν τα λίγα σπίτια που χτίστηκαν τη δεκαετία του 1960 ήταν όμορφα, σεμνά, ακολουθώντας πιστά την κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική και αισθητική. Σπίτι στη Μύκονο είχε φτιάξει η δημοσιογράφος Ελένη Βλάχου, η οποία λάτρευε το νησί. Επίσης θυμάμαι το σπίτι του σπουδαίου αμερικανού βιολονίστα Γεχούντι Μενουχίν. Ήταν πολύ συγκεκριμένα και μετρημένα τα σπίτια εκείνη την εποχή. Η οικοδομή είχε μια έξαρση εντός του οικισμού, διότι ακόμα ο κόσμος δεν είχε ξεκινήσει να επεκτείνεται εκτός οικισμού. Εκείνοι, όμως, που βοήθησαν πολύ στη διατήρηση του παραδοσιακού οικισμού, ήταν οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι είχαν τον έλεγχο της οικοδομής στη Μύκονο. Η συμβολή τους ήταν καθοριστική. Τα τελευταία χρόνια, όμως, ο παραδοσιακός οικισμός της Μυκόνου έχει βιασθεί ασύστολα. Παρόλα αυτά, κρατιέται ακόμα».
«Ο κύκλος μου στον δήμο της Μυκόνου έκλεισε στις 31 Δεκεμβρίου 1990»
Σε λίγες μέρες, τον Φεβρουάριο του 2022, ο Μαθιός Αποστόλου θα κλείσει 57 ολόκληρα χρόνια ως εργολάβος οικοδομών. «Παραμένω ενεργός», συμπληρώνει εκείνος. Οι δουλειές του πήγαιναν πάντα πολύ καλά και με τα χρόνια απέκτησε αυτό που λέμε «καλό όνομα» στην πιάτσα της οικοδομής. Το όνομα του Μαθιού Αποστόλου, ήταν από τα πρώτα που έπεφταν στο τραπέζι τις δεκαετίες του 70’, του 80’ και του 90’ όταν κάποιος ήθελε να φτιάξει σπίτι στο νησί. Μολονότι ήταν ιδιαίτερα καλός στη δουλειά του, κάποια στιγμή αποφάσισε να ασχοληθεί με τα κοινά, ενώ στις εκλογές του Δεκεβρίου του 1978 εξελέγη για πρώτη φορά δήμαρχος Μυκόνου. Μια μέρα μετά, την πρωτοχρονιά του 1979 ανέλαβε και επίσημα τα καθήκοντά του στον δήμο. «Έμεινα δήμαρχος για τρεις τετραετίες, ενώ την τρίτη τετραετία, δήλωσα πως είναι η τελευταία μου και αποχωρώ από την πολιτική. Ο κύκλος μου στο δήμο της Μυκόνου έκλεισε στις 31 Δεκεμβρίου του 1990». Για δώδεκα χρόνια, ο Μαθιός Αποστόλου ήταν δήμαρχος Μυκόνου. Υπάρχουν, άραγε, πράγματα που έγιναν επι δημαρχείας του στη Μύκονο για τα οποία αισθάνεται υπερήφανος; «Πρώτα απ’ όλα, αισθάνομαι περήφανος διότι δεν ξεχώρισα τον κόσμο. Η πόρτα μου στο δήμο ήταν ανοιχτή για τους πάντες. Δεν έκανα διακρίσεις, αν είναι φίλος ή αντίπαλος. Αυτή είναι μια πραγματικότητα και δεν σας το λέω για να εξυψωσω τον εαυτό μου. Από την άλλη, δεν είναι μόνο τα έργα και οι υποδομές που κάνουν τον δήμαρχο. Σε μια μικρή κοινωνία που είναι ελεγχόμενη και γνωρίζει ο ένας τον άλλο, αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι η κοινωνική συνοχή. Αυτό θεωρώ πως το είχα καταφέρει. Επίσης, προσπάθησα να μην χάσει τον χαρακτήρα του το νησί και νομίζω πως σε ένα μεγάλο βαθμό το είχα πετύχει. Επι δημαρχείας μου, έγιναν ορισμένα βασικά έργα, όπως η αποχέτευση του οικισμού, αντικατάσταση του δικτύου ύδρευσης, αλλά και η πρώτη αφαλάτωση στην Ελλάδα με το σύστημα της αντιστρόφου οσμώσεως, το 1979. Επίσης έγιναν μελέτες, όπως εκείνη του περιφερειακού Μυκόνου, που η διάδοχη κατάσταση το εξετέλεσε σαν έργο, αλλά και η μελέτη του φράγματος. Αυτό, όμως, που θα σας πω για ακόμα μια φορά είναι πως τον δήμαρχο δεν τον διακρίνουν μόνο τα έργα», τονίζει.

“Δεν ξεχώρισα τον κόσμο. Η πόρτα μου στο δήμο ήταν ανοιχτή για τους πάντες. Δεν έκανα διακρίσεις, αν είναι φίλος ή αντίπαλος”
«Θεωρώ πως η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να είναι ανεξάρτητη και να μην σέρνεται από κανένα κομματικό άρμα»
Ο Μαθιός Αποστόλου ήταν δήμαρχος Μυκόνου σε κομβικές στιγμές για την πολιτική ιστορία της χώρας. Τόσο το 1981, με την εκλογή του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου ως πρωθυπουργού, όσο και με τη νίκη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου του 1990. «Χωρίς να θέλω να περιαυτολογώ είχα ακόμα μια πρωτιά: Κατέβηκα ως ανεξάρτητος δήμαρχος με όλη τη σημασία της λέξης. Θεωρώ πως η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να είναι ανεξάρτητη και να μην σέρνεται από κανένα κομματικό άρμα. Πιστεύω πως η κοματικοποίηση της αυτοδιοίκησης το μόνο που βοηθά είναι την εκάστοτε κυβέρνηση ή το εκάστοτε κόμμα, την επόμενη μέρα των εκλογών να βγαίνει και να λέει πως “αυτός ο δήμος είναι δικός μου”. Γι αυτό και κατέβηκα εντελώς ανεξάρτητος το 1978 και αυτή μου τη στάση την τήρησα με θρησκευτική ευλάβεια μέχρι το τέλος. Το 1986 που ήταν η τελευταία μου εκλογική αναμέτρηση, με κυνήγησαν Θεοί και δαίμονες. Σε εκείνες της εκλογές για τη δημαρχεία, υπήρχε συνδυασμός της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΚΚΕ. Και πάλι, όμως, κατέβηκα ανεξάρτητος. Μάλιστα, είχε έρθει στο νησί ο συγχωρεμένος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, αλλά και ο Μιλτιάδης Έβερτ. Τότε η Νέα Δημοκρατία είχε το 70% στο νησί. Τελικά, παρότι κατέβηκα ανεξάρτητος, κέρδισα τις εκλογές. Τώρα, όσον αφορά σε ανθρώπινο επίπεδο, γνωριζόμασταν με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και είχαμε προσωπική σχέση. Μάλιστα, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης βοήθησε πολύ τη διάδοχη κατάσταση όταν έφυγα από το Δήμο και έγιναν έργα στο νησί. Η προσφορά του ήταν μεγάλη. Βέβαια, το ότι δεν είχα κομματική ταυτότητα ήταν κάτι που το πλήρωσα, διότι αντιμετώπισα προβλήματα ώστε να πετύχω πράγματα. Η δημαρχεία ήταν για μένα ένας αγώνας επιβίωσης και ένα συνεχές κυνηγητό. Ο δήμος είναι ένα βαρύ σαμάρι όταν το βάλει κάποιος στη πλάτη του», λέει με ειλικρίνεια.
“Η δημαρχεία ήταν για μένα ένας αγώνας επιβίωσης και ένα συνεχές κυνηγητό. Ο δήμος είναι ένα βαρύ σαμάρι όταν το βάλει κάποιος στη πλάτη του”
«Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια το νησί χάνει τον χαρακτήρα του και αυτή είναι η μεγάλη μου αγωνία και θλίψη»
Σε αντίθεση με τη δεκαετία του 1960, τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 έγινε μια «έκρηξη δόμησης» στο νησί. Επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, celebrities, ξεκίνησαν να κατασκευάζουν βίλες στο νησί. Ο Άρης Τερζόπουλος, ο Λάκης Γαβαλάς, ο Αντώνης Λυμπέρης, αλλά και ο Πέτρος Κωστόπουλος είναι ορισμένοι από εκείνους που ερωτεύτηκαν το νησί και αποφάσισαν να επενδύσουν οικονομικά αγοράζοντας γη. «Του Λάκη Γαβαλά του έφτιαξα το σπίτι. Πρόκειται για έναν εξαιρετικό άνθρωπο. Είναι ο αιώνιος έφηβος και έχω απεριόριστη εκτίμηση προς το πρόσωπό του. Ήταν πάντα αξιοπρεπής σε όλες τις διακυμάνσεις της ζωής του και δίδαξε ήθος. Όσον αφορά τους υπόλοιπους που μου είπατε, δεν έτυχε να έχω ιδιαίτερες σχέσεις», εξηγεί. Όσοι αγαπούν το νησί και το επισκέπτονται από παλιά, λένε ότι πλέον η Μύκονος δεν έχει καμία σχέση με το νησί που αγάπησαν και ερωτεύτηκαν στο παρελθόν. Ποιά είναι η δική του άποψη πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα; «Η αλήθεια είναι πως έχουν αλλάξει τα πράγματα σε σχέση με το παρελθόν. Το 1990 που ήμουν ακόμα στον δήμο, είχαν έρθει από τους New York Times για να μου κάνουν μια συνέντευξη. Εκτός όλων των άλλων που είπαμε, στο τέλος μου έκαναν δυο ερωτήσεις. Η πρώτη ήταν ποιο είναι το δυσκολότερο πράγμα που αντιμετωπίζω ως δήμαρχος στη Μύκονο. Τους απάντησα ότι το δυσκολότερο είναι να φέρω μια ισορροπία μεταξύ χειμώνα και καλοκαιριού. Η μετάβαση, δηλαδή, από την έντονη τουριστική σεζόν, με τους χιλιάδες τουρίστες, στη χειμερινή, της απόλυτης ησυχίας. Η δεύτερη ήταν τι θα ήθελα για το νησί μου. Σε αυτήν λοιπόν την ερώτηση, απάντησα χωρίς περιστροφές πως θα ήθελα να μείνει έτσι όπως είναι σήμερα. Εκ των υστέρων, έκανα μια αυτοκριτική και αναρωτήθηκα μήπως ήταν πολύ εγωιστικό αυτό που είπα. Στην πορεία, όμως, νομίζω πως δικαιώθηκα. Θα ήθελα η Μύκονος να ήταν όπως τότε, έστω όπως ήταν το καλοκαίρι του 1990. Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια το νησί χάνει τον χαρακτήρα του και αυτή είναι η μεγάλη μου αγωνία και θλίψη. Πλέον, έρχονται ξένες εταιρίες, δήθεν να αξιοποιήσουν τον τόπο. Όταν πριν από σαράντα χρόνια, έρχονταν άνθρωποι και μου έλεγαν χαρούμενοι πως αγόρασαν μια έκταση στο νησί για να την αξιοποιήσουν, τους απαντούσα πως η λέξη αξιοποίηση για τη Μύκονο, έχει καταντήσει να είναι συνώνυμη της καταστροφής. Καταλαβαίνετε λοιπόν, πως είναι η κατάσταση σήμερα».

“Του Λάκη Γαβαλά του έφτιαξα το σπίτι. Πρόκειται για έναν εξαιρετικό άνθρωπο. Είναι ο αιώνιος έφηβος και έχω απεριόριστη εκτίμηση προς το πρόσωπό του”
«Το πιο σημαντικό πρόβλημα της Μυκόνου είναι η ανεξέλεγκτη δόμηση»
Τα τελευταία επτά χρόνια στο τιμόνι της δημαρχείας του νησιού βρίσκεται ο Κωνσταντίνος Κουκάς, ένας νέος άνθρωπος που αρκετοί Μυκονιάτες στηρίζουν και επικροτούν το έργο του. Ποιά είναι η δική του άποψη όσον αφορά τον δήμαρχο Κουκά και τους χειρισμούς του στον δήμο Μυκόνου; «Η αποτίμηση θα γίνει στο τέλος της θητείας του. Θεωρώ, όμως, ότι σε ορισμένα πολύ βασικά πράγματα θα έπρεπε να υπάρχει μια πιο δυνατή πυγμή και να μην κάνει ο καθένας ότι θέλει», λέει χαρακτηριστικά στο Mykonos Post. Μετρημένος, σοβαρός, χωρίς να έχει την παραμικρή διάθεση να κρυφτεί πίσω από το δάχτυλό του, ο Μαθιός Αποστόλου, μιλάει ξεκάθαρα για το μεγάλο πρόβλημα που, κατα τη γνώμη του, αντιμετωπίζει το νησί. «Το πιο σημαντικό πρόβλημα της Μυκόνου είναι η αναξέλεγκτη δόμηση, η οποία αλλάζει τον χαρακτήρα του νησιού, με αποτέλεσμα οι όποιες υποδομές που υπάρχουν να είναι ελλιπέστατες για να αντιμετωπίσουν αυτό το βαρύ φορτίο. Και εν πάση περιπτώσει, πόσο κόσμο να φέρουμε ακόμα στο νησί; Είμαστε ήδη σε καλά επίπεδα», ξεκαθαρίζει. Σε μια παλαιότερη συνέντευξή του, είχε δηλώσει χαρατηριστικά «Ντρέπομαι να λεω πως είμαι Μυκονιάτης». Από εκείνη τη συνέντευξη, έχει περάσει ένας χρόνος και τη συγκεκριμένη δήλωση δεν την παίρνει πίσω. «Δεν έχει αλλάξει τίποτα για να την πάρω πίσω. Ίσα ίσα, έχει χειροτερέψει η κατάσταση στο νησί. Έχω ζήσει εποχές που πήγαινα στην Αθήνα, έλεγα πως είμαι Μυκονιάτης και άνοιγε το μαγαζί. Ο Μυκονιάτης είχε όνομα και ήταν φερέγγυος. Τώρα έχουμε χαρμανιάσει, έχουμε ανακατευτεί και δεν ξέρεις πια τι γίνεται. Οι πάντες συνδυάζουν το νησί με την κρεπάλη, τη χλιδή και τη διασκέδαση. Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό το νησί μας. Η Μύκονος έχει ιστορία, πολιτισμό. Όλα αυτά τα παραμερίζουμε και στην επιφάνεια βγαίνουν μόνο αυτά που είναι για το θεαθήναι, χωρίς να υπάρχει βάθος».
“Έλεος πια με αυτούς τους επενδυτές και με αυτό το ξεβράκωβα. Δεν θα μείνει τίποτα όρθιο. Είμαι ανήσυχος και δημιουργείται μέσα μου ένα μεγάλο κενό”
«Η μεγαλύτερή μου περιουσία είναι η οικογένειά μου»
Όλα αυτά τα χρόνια, ο Μαθιός Αποστόλου παρέμεινε στο νησί του. Μολονότι βρίσκεται στο 80ο έτος της ηλικίας του, παραμένει επαγγελματικά ενεργός, αν και όπως εξομολογείται και ο ίδιος, έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του. Ποτέ δεν σκέφτηκε να εγκαταλείψει τη Μύκονο για να πάει στην Αθήνα. «Θα φύγω από τον παράδεισο για να πάω στην κόλαση; Όχι βέβαια», προσθέτει εκείνος γελώντας και συνεχίζει: «Η καθημερινότητά μου στη Μύκονο είναι όμορφη. Πάω βόλτα σε ένα δυο εργοτάξια που εχω. Μέσα στην ημέρα κάνω διάφορες άλλες δουλειές και το απόγευμα που επιστρέφω στο σπίτι, μου αρέσει να διαβάζω. Δεν πλήττω. Η μόνη μέρα που ίσως να μελαγχολώ είναι η Κυριακή», λέει με ειλικρίνεια. Πέρα από την επαγγελματική του σταδιοδρομία αλλά και τη μακροχρόνια θητεία του στον δήμο Μυκόνου, ο Μαθιός Αποστόλου δημιούργησε μια υπέροχη οικογένεια και καμαρώνει για τα παιδιά του. «Είμαι ευτυχής, διότι ύστερα από τις σπουδές τους, και τα τρία μου παιδιά επέστρεψαν στη Μύκονο, όπου δημιούργησαν τις δικές τους οικογένειες. Τόσο ο γιός μου, όσο και οι δυο μου κόρες. Η μεγαλύτερη μου περιουσία είναι η οικογένειά μου, αλλά και το γεγονός πως τα παιδιά μου είναι αγαπητά στη κοινωνία του νησιού». Ενός νησιού, το μέλλον του οποίου, απασχολεί ιδιαίτερα τον Μαθιό Αποστόλου. «Έχω φόβο και αγωνία για την εξέλιξη του νησιού τα επόμενα χρόνια. Προσωπικά, τη ζωή μου την πέρασα. Για να είμαστε ρεαλιστές, από εδώ και μπρος, όσο μένουμε, είναι δώρο Θεού. Για τα παιδιά μας, όμως, και τα εγγόνια μας που θα δραστηριοποιηθούν στο νησί, έχω αγωνία. Η πρεμούρα που υπάρχει από τις μεγάλες εταιρίες να επενδύουν συνέχεια στη Μύκονο, δεν ξέρω πού μπορεί να φτάσει. Έλεος πια με αυτούς τους επενδυτές και με αυτό το ξεβράκωβα. Δεν θα
μείνει τίποτα όρθιο. Είμαι ανήσυχος και δημιουργείται μέσα μου ένα μεγάλο κενό. Τον αγαπώ τον τόπο μου και θεωρώ πως αυτό το νησί είναι ένα θείο δώρο. Οι γονείς μας, μας κληρονόμησαν ένα παράδεισο και εγώ με τη σειρά μου διερωτώμαι τι παραδίδουμε στα παιδιά μας. Τα σκέφτομα όλα αυτά και με πιάνει μια απογοήτευση. Και σας το λέω από καρδιάς, διότι το νησί μας παρόλα όσα έχει υποστεί, αξακολουθεί να είναι όμορφο».