Πάσχα με άρωμα Μυκόνου: Τέσσερις Μυκονιάτες μοιράζονται με το Mykonos Post τις αναμνήσεις τους
Καθώς η ημέρα της Ανάστασης βρίσκεται προ των πυλών, τέσσερις Μυκονιάτες μοιράζονται με το Mykonos Post νοσταλγικές ιστορίες από το Πάσχα που έχουν ζήσει στο νησί των ανέμων, αλλά και αναμνήσεις με άρωμα Μυκόνου που τους έμειναν αξέχαστες.
-
23.04.2022 Γεωργία Περιμένη
Όλοι μας έχουμε όμορφες αναμνήσεις από το περιβόητο «Πάσχα στο χωριό» και πάντα αυτές θα μας κάνουν να λαχταράμε να τις ξαναζήσουμε, όσο και αν μεγαλώσαμε, σαν να είμαστε και πάλι παιδιά. Να μυρίσουμε το άρωμα της ανοιξιάτικης εξοχής, του αχνιστού τσουρεκιού που έψηνε η γιαγιά στο φούρνο, να ακούσουμε τα βαρελώτα που κάποτε μας τρόμαζαν, να ανάψουμε τη λαμπάδα που λογικά δεν μας φέρνει πλέον η νονά μας και να πούμε το «Χριστός Ανέστη» υπό τον ήχο της καμπάνας το βράδυ της Ανάστασης. Ανασύροντας στη μνήμη μας όλες αυτές τις όμορφες οικογενειακές στιγμές, ζητήσαμε από τέσσερις Μυκονιάτες και κατοίκους του νησιού, να μας διηγηθούν ιστορίες από κάποιο Πάσχα στον δικό τους τόπο, το δικό τους «χωριό». Ιστορίες γεμάτες αρώματα και εικόνες που παραμένουν ζωντανές μέσα στο χρόνο.

Τα παιδικά μου χρόνια, αν και ζούσα το χειμώνα στη Αθήνα, περνούσα χρόνο στη Μύκονο, στα σπίτια των παππούδων μου, με εκείνη τη νοσταλγία των οικογενειών που ξενιτεύονται τόσο εκτός όσο και εντός της χώρας. Ήταν Πάσχα της δεκαετίας του ’60 λοιπόν, όταν βρισκόμουν στο σπίτι της γιαγιάς Μαρινέτας στον Πειραιά, που ήταν γεμάτος καπετάνιους και ναυτικούς της Μυκόνου. Οι καλημέρες τότε δεν έλειπαν στο δρόμο. Μια μέρα ηλιόλουστη της Μεγάλης Εβδομάδας, κατεβήκαμε με τη γιαγιά στα πρακτορεία του λιμανιού που έφερναν τα καλούδια από τα νησιά. Η θεία Κατίνα η Λιρού είχε στείλει τα δικά της.
Μέσα στη βουή και τις πνιγηρές μυρωδιές της αγοράς, τρυπώσαμε σε ένα πρακτορείο που είχε στοιβαγμένα κιβώτια, πακέτα και βαλίτσες, ανάμεσά τους χρύσιζε τεράστιο ένα ψιλό κοφίνι ραμμένο με κάμποτο και σπάγκο το άνοιγμά του. Πάνω στο κυκλικό χερούλι του κρεμόταν ένα καρτελάκι από κομμένο χαρτόνι με σπάγκο. Μας το έδωσαν και με το λεωφορείο γυρίσαμε σπίτι. Η γιαγιά έκοψε και τράβηξε το σπάγκο σηκώνοντας το ύφασμα, χύθηκαν μυρωδιές από λουκάνικα και λούζες τυλιγμένα σε χασαπόχαρτο, μαζί με ξυνότυρα, τυροβολιά κοπανιστή για κρεμμυδόπιτα και μελοπιτάκια και αυγά. Μα η έκπληξη ήταν δύο σκληρές κουλούρες σαν τσουρέκια, μια σε σχήμα κουλουριαστού φιδιού με ένα κόκκινο αυγό στο στόμα και η άλλη ένα κοριτσάκι που κρατούσε στο ύψος της ποδιάς, ένα κόκκινο αυγό.
Η γιαγιά θυμάμαι μας είπε: «Η κούκλα είναι για σένα», ενώ την έβαλε τελετουργικά στα χέρια μου, «και το φίδι για τον αδερφό σου». Τα καλούδια αυτά, πότιζαν με γεύσεις το σώμα μας και με υγεία την ψυχή μας. Χρόνια μετά έμαθα πως τις κουλούρες αυτές, τις «κοσόνες», τις φτιάχνουν το Πάσχα για τα παιδιά οι άκληρες θείες και συμβολίζουν την γονιμότητα για το θήλυ και άρρεν από την αρχαιότητα. Όταν μάλιστα, μετά από χρόνια, χήρεψε η θεία Κατίνα, έμεινα ένα Πάσχα στο σπίτι της. Όταν ήρθε η ώρα να φύγω, με φίλησε, κρατώντας ένα ποτήρι νερό. «Προχώρα χωρίς να κοιτάξεις πίσω γιατί δεν θα ξαναρθείς», μου είχε πει. Προχώρησα, πέταξε πίσω μου το νερό με την ευχή «δροσιές στο δρόμο σου». Πολλά χρόνια μετά βρήκα στο υπόγειο του σπιτιού το κοφίνι με ίχνη του σπάγκου και το καρτελάκι.
Φραγκίσκος Λάβαρης, Διευθυντής Σχολικής Μονάδας και Πρόεδρος στην Πρωτοβάθμια Σχολική Επιτροπή

Οι Μυκονιάτες έχουν καταφέρει να συνδυάσουν στην ζωή τους την παράδοση με την εξέλιξη, τα έθιμα με την πρόοδο και αυτό είναι φανερό αφού με ευλάβεια τα τηρούν και προσπαθούν να τα κρατήσουν. Η μέρα του Πάσχα είναι μέρα γιορτής και γλεντιού. Συγγενείς και φίλοι μαζεύονται στα σπίτια και στις αυλές για το ψήσιμο του αρνιού. Η φιλοξενία και η περιποίηση είναι διάχυτη καθώς όλοι γίνονται μια οικογένεια με κοινό στόχο η θρησκευτική αυτή γιορτή να ολοκληρωθεί με ένα «τρικούβερτο», όπως λέμε στη Μύκονο, γλέντι. Μια Κυριακή του Πάσχα που θα συντροφεύει για πάντα την σκέψη μου, είχα την τύχη να τη ζήσω σε ένα παραδοσιακό, ταπεινό, μυκονιάτικο σπίτι χτισμένο με μεράκι στην πλαγιά της Ψαρούς που το συντρόφευε το εξωκκλήσι του Αγίου Αλεξάνδρου και ξεχείλιζε από την αγάπη και την καλοσύνη των νοικοκυραίων του.
Οι προετοιμασίες είχαν ξεκινήσει από την προηγούμενη μέρα με το ασβέστωμα και τον στολισμό του σπιτιού και της εκκλησίας. Στην αυλή, σε μια αυτοσχέδια σούβλα ψηνόταν το πασχαλιάτικο αρνί, ενώ στη διπλανή πεζούλα περίμενε ένα βαρελάκι με μυκονιάτικο κόκκινο κρασί, παραγωγής του σπιτονοικοκύρη, για να μας καλωσορίσει και τα τραπέζια ήταν στολισμένα με κόκκινα αυγά και λαμπροκουλούρες. Από τα πρώτα κιόλας λεπτά ένιωθες την ομορφιά και την απλότητα. Απολαμβάναμε το πρώτο μας φίλεμα και ταυτόχρονα το βλέμμα χανόταν απέναντι στη θάλασσα όπου βαθιά μέσα διακρινόταν η Παροναξία. Οι καλεσμένοι μαζεύονταν σιγά σιγά και τα τραπέζια γέμιζαν με παραδοσιακά φαγητά όπως βραστό κρέας, κεφτεδάκια , κρεμμυδόπιτα ,ξυνότυρο, λούζα και σαλάτες.
Το φαγοπότι σύντομα εξελίχθηκε σε ένα ατελείωτο γλέντι όταν φάνηκαν οι Μυκονιάτες οργανοπαίχτες, φίλοι των σπιτονοικοκύρηδων, που είχαν έρθει να μας συντροφεύσουν με την μουσική τους. Τα ποτήρια γέμιζαν, οι καρδιές ευφραίνονταν και εμείς εντυπωσιασμένοι απολαμβάναμε τον μυκονιάτικο μπάλο, τον συρτό με τις αυτοσχέδιες φιγούρες αλλά και τα πρόσωπα των ανθρώπων που έβγαζαν ότι πιο αληθινό και λεβέντικο.
Μαρία Ράμπια, Φωτογράφος
Η διαδρομή προς το Μυκονιάτικο Πάσχα για εμάς όταν ήμασταν παιδιά, αποτελούταν από μυρωδιές και προετοιμασίες. Από τα παραδοσιακά εδέσματα της γιαγιάς και όλων των γιαγιάδων του νησιού, τα λαζαράκια το Σάββατο του Λαζάρου, τα οποία ήταν κουλουράκια σε ανθρώπινο σχήμα με ζάχαρη, τις σταφίδες και τα μοσχοκάρφια (γαρύφαλλα) στην θέση των ματιών, μέχρι τις κλασικές κουλούρες που πλάθονταν όπως το παραδοσιακό τσουρέκι με ένα κόκκινο αβγό στην μέση. Την Μεγάλη Πέμπτη, το ψωμί ήταν σε σχήμα σταυρού και φυσικά δεν μπορώ να ξεχάσω τα παραδοσιακά κουλουράκια βανίλιας που δεν επιτρεπόταν να αγγίξουμε μέχρι το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου.

Μέσα σε όλες αυτές τις μυρωδιές, τα έθιμα και την πατροπαράδοτη περιφορά των τριών επιταφίων στην Χώρα της Μυκόνου (των τριών μεγάλων εκκλησιών της, Μητρόπολη, Αγία Κυριακή και Πανάχρα), φτάναμε στο αποκορύφωμα της νύχτας της Ανάστασης. Θυμάμαι ακόμα τον φόβο μας για τα δυναμιτάκια και τα βαρελώτα. Κυκλοφορούσαν τότε τρομακτικές ιστορίες από παλιούς τραυματισμούς. Αυτό βέβαια είχε πάρει μυθικές διαστάσεις στο παιδικό μυαλό μας και πάντα θυμάμαι μια ιστορία του πατέρα μου, σύμφωνα με την οποία όταν ήταν παιδί παραλίγο να χάσει το μάτι του από ένα βαρελώτο. Η ημέρα του Πάσχα ήταν για εμάς οικογενειακή υπόθεση με το κλασικό σουβλιστό, αρνί και κοκορέτσι στο «χωριό» όπως λέγανε τότε όλους τους οικισμούς έξω από την Χώρα.
Κωνσταντίνος Δρούλιας, τραγουδιστής-λυράρης και μέλος του συγκροτήματος «Droulias Brothers»

Ήταν Πάσχα του 2000 όταν ξεκινήσαμε από την Αθήνα οικογενειακώς με προορισμό τη Μύκονο. Είχαμε κάνει ετοιμασίες για την γιορτή του Πάσχα και ξεκινήσαμε από την Ραφήνα με το πλοίο «Πηνελόπη» για όσους το θυμούνται και ύστερα από ένα μεγάλο ταξίδι φτάσαμε στο νησί μας. Ανεβήκαμε στην Άνω Μερά και συγκεκριμένα στην Μαού, ανοίξαμε το σπίτι που είχε παραμείνει κλειστό για όλο τον χειμώνα κι εμείς σαν παιδιά ξεχυθήκαμε στα χωράφια για παιχνίδι.
Κάναμε λοιπόν ετοιμασίες όπως γίνονται σε όλα τα ελληνικά σπίτια την περίοδο αυτή, συναντούσαμε φίλους και συγγενείς και όλα αυτά τα όμορφα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά εκείνο το Πάσχα που είχαμε μαζευτεί μπροστά στον κήπο του σπιτιού και είχε στηθεί η ψησταριά για τα αρνιά και τα κοκορέτσια. Εκείνο το Πάσχα λοιπόν ήταν λίγο διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, διότι ενώ είχαμε σχεδιάσει να το περάσουμε οικογενειακά, ξαφνικά γίναμε μια τεράστια παρέα από φίλους, φίλες και ξαδέρφια. Εμείς σαν παιδιά παίζαμε με τα «όπλα» μας «πόλεμο» στο χωράφι, κρυβόμασταν στα μαντριά που είχαν για τα ζώα και οι γονείς διασκέδαζαν. Κάπως έτσι, φτάσαμε μέχρι τις βραδινές ώρες με ατέλειωτο χορό, τραγούδι και πάρα πολλούς μεζέδες.
Ευτυχώς για εμάς, ζήσαμε πανέμορφα παιδικά χρόνια, απλοϊκά, με παρέες, με φίλους και πραγματική διασκέδαση, τότε που δεν υπήρχαν καν social media για να κάνεις story το σούβλισμα του αρνιού. Το φετινό Πάσχα θα το περάσω στην Σαντορίνη για επαγγελματικούς λόγους, και την εβδομάδα μετά το Πάσχα, μάλλον θα έρθουμε στη Μύκονο για ολιγοήμερες διακοπές. Ίσως και να είναι το πρώτο Πάσχα που δεν θα είμαστε στο νησί μας. Επίσης, ήταν Πάσχα του 2007 στη Μύκονο, όταν σε ηλικία 17 ετών έπιασα για πρώτη φορά τη λύρα μπροστά σε κόσμο και έπαιξα ένα-δυο τραγούδια για να διασκεδάσω την παρέα. Δεν θα το ξεχάσω, καθώς αυτό το παρεάκι ήταν οι πρώτοι μου ακροατές!