Χρυσήιδα Δημουλίδου: «Η Μύκονος δεν ανήκει στους Έλληνες, αλλά στους βαθύπλουτους ξένους»
Η συγγραφέας Χρυσήιδα Δημουλίδου μοιράζεται με το Mykonos Post αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής από το νησί των Ανέμων και μέσα από προωπικές διηγήσεις, «ζωντανεύει» τη δική της, λατρεμένη, Μύκονο. Παράλληλα, μιλάει για τη Μύκονο του 2021 και εξηγεί όλα όσα δεν της πάνε, όσον αφορά τη σημερινή μορφή του νησιού.
-
08.11.2021 Γεωργία Περιμένη
Είναι χειμαρρώδης, έντονη προσωπικότητα και δεν διστάζει να υποστηρίξει δημόσια την άποψή της, ακόμη κι αν σε ορισμένους, αυτή η άποψη δεν αρέσει. Η Χρυσηίδα Δημουλίδου, γεννήθηκε και μεγάλωσε στις Σέρρες. Το 1975 μετακόμισε στην Αθήνα και τα τελευταία 5 χρόνια ζει μεταξύ Αθηνών, Σερρών και Μυκόνου. Είναι συγγραφέας με 40 εκδοθέντα έργα, μεταξύ των οποίων παιδικά παραμύθια, ένα βιβλίο ποίησης και ένα αυτογνωσίας. Τα βιβλία της σχετίζονται με κοινωνικά θέματα, ενώ η ίδια δεν διστάζει να καταπιαστεί με ακραίες καταστάσεις όπως η κακοποίηση γυναικών, οι βιασμοί, η αιμομιξία, η παιδοφιλία, τα εγκλήματα με κατά συρροήν δολοφόνους κ.α. Υπήρξε αεροσυνοδός στην Ολυμπιακή αεροπορία επί 25 χρόνια, ταξιδεύοντας σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα, ήταν συνεργάτης σε περιοδικά και τον τελευταίο χρόνο, διατηρεί το δικό της δισέλιδο στο περιοδικό “ΛΟΙΠΟΝ”. Όλα τα παραπάνω, δείχνουν μια γυναίκα πολυπράγμων, αλλά και ταλαντούχα. Η Χρυσηίδα Δημουλίδου, μιλά στο Μykonos Post για την σχέση της με τη Μύκονο, τις πιο έντονες εικόνες που θυμάται από το νησί, το συγγραφικό της έργο, ενώ σχολιάζει με τον δικό της μοναδικό τρόπο τα κοινωνικά ζητήματα της επικαιρότητας, όπως το κίνημα #metoo.

“Στη Μύκονο κάποτε γινόμασταν όλοι μια μεγάλη παρέα. Είχα πάθει σοκ όταν είδα στην παραλία της Παράγκας ότι όλοι ήταν ολόγυμνοι.Ένας παράδεισος με Αδάμ και Εύες, έτσι έγινα κι εγώ μια Εύα”
Πότε επισκεφτήκατε για πρώτη φορά τη Μύκονο; Ποιά ήταν η πιο έντονη εικόνα εκείνης της πρώτης φοράς;
Τη Μύκονο την επισκέφτηκα πρώτη φορά τον Ιούλιο του 1976. Είχα πάει με αεροπλάνο, ένα ελικοφόρο YS11 και νομίζω την ερωτεύτηκα με το που την είδα από ψηλά, με τα κατάλευκα σπιτάκια της, όμοια με ζαχαρωτά. Όταν πάτησα το πόδι μου και με φύσηξε εκείνος ο μαγικός άνεμος που μου δημιούργησε μια μοναδική εφορία, κατάλαβα πως το νησί ήταν μαγικό. Θυμάμαι στην παραλία της Ψαρρούς, υπήρχε μόνο ένα μικρό ταβερνάκι με 5 τραπέζια και φυσικά η χρυσή παραλία ήταν άδεια από ομπρέλες και ξαπλώστρες. Οι ελάχιστοι επισκέπτες ήταν ξαπλωμένοι καταγής, μερικοί δίχως πετσέτα και είχα μείνει στου Κουνενή, ένα από τα ελάχιστα ξενοδοχεία. Στα Ματογιάννια, το βράδυ, δεν είχε φώτα και περπατούσαμε σχεδόν στο σκοτάδι για να πάμε σε ένα ταβερνάκι που βρισκόταν σε μια αυλή με καλαμιές- δεν θυμάμαι ποιο ήταν- και μετά χορεύαμε σ’ ένα κλαμπάκι. Όταν το πρωί βγήκα έξω, μαγεύτηκα με τους ανθρώπους που είδα να περπατούν ημίγυμνοι με παρεό, πανέμορφοι ξένοι, άνδρες και γυναίκες, με μακριά μαλλιά, χαϊμαλιά στο λαιμό και ξυπόλητοι. Ήταν κάτι το οποίο είχε κάνει μόδα η Μπριζίτ Μπαρντό, που τότε κυκλοφορούσε δίχως παπούτσια στο Σαν Τροπέ και ήταν ιέρεια της μόδας. Γινόμασταν όλοι μια μεγάλη παρέα και εκεί που έπαθα σοκ ήταν στην παραλία της Παράγκας που όλοι ήταν ολόγυμνοι, κάτι που δεν είχα ξαναδεί ποτέ και ούτε περίμενα να δω στην ζωή μου. Ένας παράδεισος με Αδάμ και Εύες, έτσι έγινα κι εγώ μια Εύα.

Πώς βρεθήκατε στο νησί και τι ήταν αυτό που σας έκανε να το αγαπήσατε και να επενδύσετε, αγοράζοντας εκεί εξοχική κατοικία;
Το νησί το γνώρισα μέσω ενός νεαρού τότε εφοπλιστή, που ζούσε και ζει στο Λονδίνο. Τον είχα γνωρίσει σε μια παρέα και διατηρώ μέχρι σήμερα επαφές μαζί του, αφού εξακολουθεί να επισκέπτεται κάθε καλοκαίρι το νησί. Εκείνα τα χρόνια, οι Έλληνες δεν αγόραζαν σπίτια στη Μύκονο, μετά έγινε μόδα. Και αφού επισκέφθηκα σχεδόν όλα τα Ελληνικά νησιά, συνειδητοποίησα ότι κατέληγα να επιστρέφω πάντα στη Μύκονο αφού τόσα χρόνια από τότε, πήγαινα κάθε καλοκαίρι και περνούσα υπέροχα μόνο εκεί. Έτσι αποφάσισα να αγοράσω ένα σπίτι στο νησί.
Τι αλλαγές έχετε παρατηρήσει στο νησί μέσα στα χρόνια; Ποιες είναι κατά τη γνώμη σας οι «παραφωνίες» της Μυκόνου;
Η Μύκονος που πρωτογνώρισα και λάτρεψα, δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή εικόνα της, που ίσως λόγω ηλικίας, δεν μου πάει πια. Τώρα αποζητώ κάτι πιο ήρεμο, το νησί είναι για νέους ανθρώπους που θέλουν να ξεφαντώσουν, κι εγώ αυτά τα βαριέμαι. Πέρα από αυτό με ενοχλεί που οι Έλληνες είναι εξαφανισμένοι, δεν την επιλέγουν. Βλέπετε, έχει γίνει πολύ σνομπ, πανάκριβη και ξένη προς τους Έλληνες, ακόμη και σε όσους κατοικούν εκεί. Κάποτε πήγαινες μόνος και έβρισκες παντού παρέες, πλούσιοι και φτωχοί, διάσημοι και άσημοι, ήταν ένα, διασκέδαζαν όλοι μαζί στα ίδια μέρη και κανείς δεν έκανε επίδειξη ισχύος, χρήματος, ονόματος, ομορφιάς, ρούχων και επώνυμων τσαντών. Αφήστε που δεν είχαμε τσάντες, ότι χωρούσε στην τσέπη μας, δηλαδή μόνο χρήματα και το κλειδί του δωματίου. Τώρα, ακόμη και Έλληνες που έχουν σπίτια, τους βρίσκεις με το σταγονόμετρο επειδή τα νοικιάζουν και όσοι δεν το κάνουν και διαμένουν σε αυτά, εμφανίζονται σπάνια, αυστηρά σε δικές τους παρέες. Οι πλούσιοι κάνουν παρέα μόνο με ομοίους τους και τα ελάχιστα πάρτι που γίνονται είναι αυστηρά πριβέ. Υπήρχε για παράδειγμα ο υπέροχος Λάκης Γαβαλάς που ήταν η χαρά της ζωής αλλά και τόσοι άλλοι όπως ο Πάνος Ζήνας που έκαναν τα ωραιότερα πάρτι του καλοκαιριού και βρισκόμασταν όλοι μαζί, γνωστοί και άγνωστοι, Έλληνες και ξένοι, να διασκεδάζουμε και να φλερτάρουμε μέχρι πρωίας. Πόσοι έρωτες κι αν δεν γεννήθηκαν μέσα σ’ αυτά τα πάρτι. Όλα αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν, τα πάντα έχουν αλλάξει, η Μύκονος δεν ανήκει στους ‘Έλληνες αλλά στους βαθύπλουτους ξένους που ζουν στον δικό τους κόσμο χλιδής και επίδειξης χρήματος, κάτι που προσωπικά δεν μου αρέσει καθόλου, όχι επειδή δεν έχω τα χρήματά τους, αλλά επειδή οι συμπεριφορές τους είναι προκλητικές. Έχω να πάω στην Ψαρρού κοντά στα 15 χρόνια και στην αγαπημένη μου Παράγκα και Super Paradise που κάποτε λάτρευα, πάνω από 10. Προτιμώ τις ήσυχες παραλίες, με φυσικό περιβάλλον. Στο νησί ερωτευόμασταν, κυρίως όμως διασκεδάζαμε. Tώρα, έχει γίνει πασαρέλα.

Ποιοι μήνες του χρόνου σας βρίσκουν στη Μύκονο; Ποια εποχή απολαμβάνετε περισσότερο στο νησί των ανέμων;
Κάποτε ερχόμουν κάθε Πάσχα, πλέον όχι. Έρχομαι 2 με 3 μήνες το καλοκαίρι αλλά το νησί είναι υπέροχο από τον Απρίλιο μέχρι το τέλος του Ιουνίου και μετά τον Σεπτέμβρη. Είναι ο ιδανικός μήνας από όλες τις απόψεις.

“Υπήρχε κάποτε στη Μύκονο ο υπέροχος Λάκης Γαβαλάς που ήταν η χαρά της ζωής αλλά και τόσοι άλλοι όπως ο Πάνος Ζήνας που έκαναν τα ωραιότερα πάρτι. Γνωστοί και άγνωστοι, διασκεδάζαμε και φλερτάραμε μέχρι πρωίας”
Έχετε περάσει κάποιο χειμώνα στη Μύκονο;
Φυσικά, και μάλιστα καταχείμωνο. Ήταν υπέροχα αν εξαιρέσεις ότι από τις 5 το απόγευμα σκοτεινιάζει και μετά δεν κυκλοφορεί ψυχή στους δρόμους. Αν αυτό δεν σε ενοχλεί και σου αρέσει το σπίτι, είναι πανέμορφα γιατί η ηρεμία και η καλή ενέργεια του νησιού, βρίσκονται στο φουλ τους, ευτυχώς. Η καλή ενέργεια, δεν εγκατέλειψε ποτέ το νησί.
Η Μύκονος έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης για κάποιο από τα βιβλία σας;
Το πρώτο μου βιβλίο, με τίτλο «Προδομένο Φεγγάρι» που εκδόθηκε το 1997, ξεκινά την ιστορία του στη Μύκονο. Πέρα από αυτό έχω κάνει αναφορές και σε άλλα βιβλία μου. Όμως στο πρόσφατο βιβλίο μου «το Μάτι του Βοριά» η υπόθεσή του διαδραματίζεται εξολοκλήρου στο νησί. Αφορά τη ζωή ενός πολύ ιδιαίτερου άνδρα, ενός επαγγελματία ζιγκολό, που εγκαθίσταται εκεί, τη δεκαετία του 1980 που ήταν από τις πλέον τρελές εποχές. Όπως καταλαβαίνετε, γίνεται αναφορά σε εκείνη στην περίοδο όπως την έζησα προσωπικά και που ήταν από τις ωραιότερες της Μυκόνου. Ο ήρωάς μου, ο Δάμος, παρότι ήταν ένας αλήτης, αγαπήθηκε πολύ από τις γυναίκες.
Υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό, το οποίο σας ενέπνευσε ώστε να γράψετε;
Αν εννοείτε πώς έγινε η αρχή, ναι υπήρξε μια άσχημη κατάσταση στη ζωή μου, όχι ερωτική, που με απομόνωσε για κάποιο διάστημα και βρήκα διέξοδο γράφοντας το πρώτο μου βιβλίο δίχως όμως να έχω κατά νου να το εκδώσω. Η έκδοσή του έγινε μετά από πίεση ενός φίλου μου που ασχολείται με εκδόσεις επιστημονικού ενδιαφέροντος και ήταν ο ίδιος που το παρέδωσε στις εκδόσεις Λιβάνη, γιατί εγώ δεν τολμούσα να το κάνω. Ποτέ δεν περίμενα να αρέσει, ούτε την εξέλιξη και πορεία που είχα μετά. Ακόμη και τώρα μου φαίνονται όλα σαν ψέμα.

“Η συγγραφή και το βιβλίο κατέχουν την πρώτη θέση στην καρδιά μου και είναι ο λόγος που δεν έκανα οικογένεια”.
Τι σημαίνει για εσάς η συγγραφή ενός βιβλίου;
Τα πάντα, είναι κάτι που με κάνει να χάνομαι, είναι πάθος, έρωτας, αγάπη και οικογένεια μαζί. Η συγγραφή και το βιβλίο κατέχουν την πρώτη θέση στην καρδιά μου και είναι ο λόγος που δεν έκανα οικογένεια. Έπεσα τόσο πολύ με τα μούτρα επάνω τους που δεν είχα χρόνο ούτε για σχέση. Το κάθε τι στην ζωή, έχει την τιμή του και σου κοστίζει ακριβά ή φθηνά.
Πώς ξεκίνησε το συγγραφικό σας ταξίδι;
Η συγγραφή, όπως προανέφερα, ξεκίνησε από μια στενάχωρη κατάσταση που βίωσα και την είδα αρχικά ως χόμπι. Αποφάσισα να την πάρω σοβαρά όταν συνταξιοδοτήθηκα από την Ολυμπιακή αεροπορία όπου εργαζόμουν ως αεροσυνοδός, γιατί είχα πλέον όλο τον χρόνο να της αφιερωθώ και δεν υπήρξε χρονιά ως τώρα που να μην παραδώσω κάποιο έργο.
Είχατε επιρροές από ξένους ή έλληνες συγγραφείς;
Από κανέναν. Δεν έχω επιρροές, δεν αντιγράφω, δεν μιμούμαι και πλέον θαυμάζω πολύ δύσκολα συγγραφέα. Έχω τη δική μου συγγραφική «ταυτότητα», όπως πρέπει να έχει κάθε δημιουργός, ώστε να ξεχωρίζει. Πρέπει να μοιάζει με ένα άρωμα, που το αναγνωρίζεις ανάμεσα σε άλλα και λες αμέσως το όνομά του.
Είστε μια δυναμική προσωπικότητα. Μάλιστα, δεν διστάζετε να εκφράσετε ανοιχτά την άποψή της για διάφορα κοινωνικά θέματα.
Και λίγα λέω. Αν δεν είχα υποστεί τόσο μεγάλο bullying, θα έλεγα τα δεκαπλάσια, όμως το να παρερμηνεύουν κάποιοι τα λόγια σου, από βλακεία ή επίτηδες, ώστε να σου επιτεθούν και να σε μειώσουν, καταντά κουραστικό και πλέον δεν έχω καμία διάθεση να ασχολούμαι μαζί τους και να χάνω τον πολύτιμο χρόνο μου.
Εμπνέεστε για τα έργα σας από γεγονότα και ζητήματα της επικαιρότητας;
Όλοι οι δημιουργοί εμπνέονται από την επικαιρότητα του παρελθόντος, του παρόντος και ενίοτε αυτών που υποπτεύονται πως έρχονται.
Το κίνημα του #metoo, έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς ανθρώπους να πάρουν το θάρρος και να μιλήσουν για ιδιαίτερα σκοτεινές περιόδους της ζωής τους. Σε προσωπικό επίπεδο, έτυχε κάποια στιγμή στη ζωή σας να δεχτείτε κάποιου είδους παρενόχληση στον εργασιακό σας χώρο;
Θεωρώ καταρχάς ότι και το συγκεκριμένο κίνημα πολύ άργησε. Εγώ το είχα ξεκινήσει χρόνια πριν, μέσα από τα βιβλία μου, μιλώντας για την βιαιότητα των ανδρών, αιμομιξίες, κακοποίηση, βιασμούς, σε εποχές που κανείς δεν τολμούσε να αναφερθεί σε αυτά. Το φώναξα δυνατά και ίσως ήταν και τα βιβλία που άνοιξαν μάτια και στόματα. Ναι, επιτέλους οι γυναίκες τόλμησαν να μιλήσουν και να καταγγείλουν δημόσια τέρατα και σημεία. Όταν η ανδροκρατούμενη κοινωνία σε βιάζει και επιπλέον η δικαιοσύνη σου λέει «εσύ φταις, γιατί φορούσες μίνι, άρα εσύ του κουνήθηκες, άρα είσαι πορνίδιο, επομένως βούλωσε το», πώς να τολμήσουν να κάνουν καταγγελίες; Πολύ χαίρομαι που έγινε και καιρός είναι να βγουν και από άλλους χώρους, όπως για παράδειγμα της δημοσιογραφίας να ανοίξουν κι εκεί στόματα και εκεί να δείτε βρωμιά που υπάρχει. Όσον αφορά εμένα και τους δύο εργασιακούς μου χώρους, το αεροπλάνο και τη συγγραφή, αυτό δεν συνέβη ποτέ, ούτε γι’ αστείο. Όμως δέχτηκα παρενοχλήσεις νεώτερη και πιστεύω πως η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών, τις έχει δεχτεί.

“Είχα ξεκινήσει χρόνια πριν το δικό μου κίνημα #metoo, μέσα από τα βιβλία μου, μιλώντας για την βιαιότητα των ανδρών, αιμομιξίες, κακοποίηση, βιασμούς, σε εποχές που κανείς δεν τολμούσε να αναφερθεί σε αυτά”.
Κάθε βιβλίο σας καταφέρνει πάντα να κερδίζει το κοινό. Ποιό είναι αυτό το «συστατικό» που, κατά τη γνώμη σας, τα κάνει ανάρπαστα;
Η συνταγή εμπεριέχει πολλά συστατικά, δεν είναι μόνο ένα. Πέρα από το φυσικό ταλέντο πρέπει να έχεις και γνώσεις, παντός είδους, να έχεις εμπειρία, πάθος, να ζεις την ιστορία σου ως πραγματικότητα. Και φυσικά να δουλεύεις πολύ και αγόγγυστα.
Οι γυναίκες σας αγαπούν πολύ. Ποιό είναι το πιο περίεργο πράγμα που σας έχει πει μια γυναίκα; Μια ιστορία που την θυμάστε ακόμα και σήμερα;
Κάθε γυναίκα έχει να πει ένα περίεργο ιδιαίτερο γεγονός, όμως δεν υπάρχουν χειρότερα από την αιμομιξία ή το να την οδηγεί ο άνδρας που αγαπά στην πορνεία ή το έγκλημα ή να την απαρνούνται οι γονείς της, με οποιαδήποτε μορφή εγκατάλειψης γιατί και η κακοποίηση, ξέρετε, είναι εγκατάλειψη. Είναι τα χειρότερα. Το να σε εγκαταλείψει ένας έρωτας είναι το λιγότερο. ’Όλες οι γυναίκες λοιπόν είναι βιβλία από μόνες τους.

Αυτό το διάστημα γράφετε κάποιο βιβλίο; Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Έχω ακυκλοφόρητα, αλλά έτοιμα, τρία θεατρικά έργα, ένα σεναριοποποιημένο βιβλίο για την τηλεόραση το «Τα δάκρυα του Θεού», τέσσερα έτοιμα και ακυκλοφόρητα παιδικά παραμύθια και μισογραμμένα τέσσερα μυθιστορήματα. Όμως στην παρούσα φάση δεν θέλω να ασχοληθώ με τίποτα. Θέλω να ξεκουραστώ. Καιρός είναι, δουλεύω ασταμάτητα από παιδί. Ύστερα από την Ολυμπιακή, η συγγραφή και η δουλειά είναι όλη μου η ζωή και την υπηρετώ ως στρατιώτης. Καιρός πια να πάψω να είμαι.